14/12/11

Λε Κορμπιζιέ: Το ταξίδι στην Ανατολή

[Εψιλον, 16/10/11]

Φωτογραφία του Λε Κορμπιζιέ στην Ακρόπολη
Εφοδιασμένος με τον ταξιδιωτικό οδηγό Baedeker, την καινούργια του φωτογραφική μηχανή Cupido 80 και τον φίλο του Αύγουστο Κλινστάιν, φοιτητή Ιστορίας της Τέχνης, ο αρχιτέκτονας που επηρέασε όσο λίγοι τη δυτική αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα έκανε το 1911, ένα μεγάλο ταξίδι για να μελετήσει από κοντά την αρχιτεκτονική της νότιας και ανατολικής Ευρώπης. Τότε ακόμη λεγόταν Σαρλ Εντουάρ Ζανερέ (το ψευδώνυμο Λε Κορμπιζιέ το υιοθέτησε αργότερα) και ήταν 24 χρονών. Τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε αποφοιτήσει από τη Σχολή Εφαρμοσμένης Τέχνης της γενέτειράς του, της ελβετικής πόλης Λα Σο ντε Φον, και στο μεσοδιάστημα είχε ταξιδέψει στη βόρεια Ιταλία και τη Γερμανία, είχε σπουδάσει αρχιτεκτονική στη Βιέννη και είχε κάνει την πρακτική του άσκηση σε σπουδαία αρχιτεκτονικά γραφεία στο Παρίσι και στο Βερολίνο.

Ενιωθε πως η αρχιτεκτονική της βόρειας Ευρώπης δεν τον ενέπνεε. Εκνευριζόταν με την αρχιτεκτονική του Μεσαίωνα, που θαύμαζαν τότε οι περισσότεροι, και διακήρυσσε την προτίμησή του στις σύγχρονες κατασκευές του 18ου και του 19ου αιώνα, τις ρίζες των οποίων αναζητούσε όχι στο σκοτεινό Βορρά, αλλά στη διαύγεια του Νότου και της Ανατολής.

Εξήγησε το σκοπό του ταξιδιού του σ' ένα γράμμα που έγραψε σε φίλες του στο Βερολίνο, θυσιάζοντας το ρεμβασμό μιας νύχτας με πανσέληνο, καθώς το ποταμόπλοιο κατέβαινε το Δούναβη ανάμεσα στη Βουδαπέστη και το Βελιγράδι. Τους έγραψε: «Αυτό το ταξίδι στην Ανατολή, μακριά από τη βασανισμένη αρχιτεκτονική του Βορρά, είναι μια απάντηση στην επίμονη έκκληση του ήλιου· η απέραντη έκταση της γαλάζιας θάλασσας και οι μεγάλοι λευκοί τοίχοι των ναών- η Κωνσταντινούπολη, η Μικρά Ασία, η Ελλάδα, η νότια Ιταλία - θα είναι σαν ένα ιδανικά σχεδιασμένο βάζο απ' το οποίο θα ρέουν τα πιο βαθιά συναισθήματα...».

Το ταξίδι κράτησε έξι ολόκληρους μήνες· από τις 6 Μαΐου 1911, ημέρα της αναχώρησής του από το Βερολίνο, μέχρι την 1η Νοεμβρίου, ημέρα της άφιξής του στο Σο ντε Φον. Έγινε με πλοίο, με τρένο, με ζώα και με τα πόδια και περιλάμβανε 35 στάσεις, από τις οποίες ξεχωρίζουν η Κωνσταντινούπολη, στην οποία έμεινε 49 ολόκληρες μέρες, η χερσόνησος του Αθω, όπου έμεινε 14 μέρες, η Αθήνα, όπου έμεινε 23 ημέρες, περνώντας τον περισσότερο χρόνο του πάνω στην Ακρόπολη, κι ύστερα, στο δρόμο της επιστροφής, η Πομπηία και η Ρώμη, όπου έμεινε 10 μέρες.

Γέμισε έξι τετράδια με κείμενα, σκίτσα και σημειώσεις, έβγαλε περισσότερες από 400 φωτογραφίες, αγόρασε πολλές ακόμη, ταχυδρόμησε πολλά γράμματα και σουβενίρ και έστελνε ανταποκρίσεις από το ταξίδι σε μια τοπική εφημερίδα της Σο ντε Φον, με αμοιβή 10 λεπτά του ελβετικού φράγκου τη γραμμή.

Το ταξίδι ξεπέρασε τις προσδοκίες του. Στην Ανατολή ανακάλυψε πράγματι τον κανόνα της αρχιτεκτονικής του. Μέχρι να πεθάνει, επανερχόταν αδιάλειπτα στις εικόνες από αυτό το ταξίδι, κάνοντας συχνά λάθος τη χρονολογία (έγραφε 1910), και αντλούσε υλικό για να χτίσει την αρχιτεκτονική θεωρία του.

Η ματιά του ήταν η μαγεμένη, επίμονη ματιά του εραστή, όχι η φευγαλέα ματιά του τουρίστα. Μετά την πρώτη απογοήτευση από το αντίκρισμα του Κεράτιου και την κακοκαιρία των πρώτων ημερών στην Κωνσταντινούπολη, επέμεινε: «Περίμενα τρεις βδομάδες να ελαφρύνει το βάρος στην καρδιά μου. Επρεπε να το παλέψω και περισσότερο απ' όλα ήθελα να αγαπήσω αυτό το μέρος». Αγάπησε τα τζαμιά, το παζάρι, τους τάφους στις αυλές, την Αγια-Σοφιά και παρατήρησε ότι το Πέραν, η Πόλη και το Σκούταρι, μ' όλες τις διαφορές τους, ενώνονται σε μια μεγαλοπρεπή και αδιαχώριστη τριαδική ενότητα.

Στον Αθω, παρά την εξάντληση από τις αγρύπνιες, τη δυσκολία συνεννόησης με τους μοναχούς και τον πυρετό που τον ταλαιπωρούσε σ' όλο το ταξίδι, έζησε μιαν έκσταση μυστικιστική από τη «συνωμοσία των πρωταρχικών στοιχείων», της θάλασσας και του βουνού, με την απροσποίητη αρχιτεκτονική που «ανοίγει στην ψυχή ποιητικούς χώρους».

Συγκρίνοντας εκείνη την αρχιτεκτονική με την αρχιτεκτονική του καιρού του, ένιωσε συντριβή: «Άγια έφεση των αρχαίων κατασκευαστών!» έγραψε. «Χαμένη γνησιότητα των προθέσεων, των προσπαθειών τους! Πειθαρχία άγνωστη πλέον σε μας, τους χαλαστές του σήμερα. Θεέ μου! Πόσο οδυνηρός ήταν ο ενθουσιασμός που μας κυρίευε σ' αυτούς τους ναούς της Ανατολής! Και, αναδιπλωμένος στον εαυτό μου, ένιωθα γεμάτος ντροπή. Ωστόσο, κάποιες ώρες που πέρασα στα σιωπηλά ιερά μού ενέπνεαν ένα νεανικό θάρρος και ειλικρινείς πόθους για να είμαι τίμιος οικοδόμος».

Την ίδια συντριβή ένιωσε στην Ακρόπολη. Ύστερα από τον εκστατικό ενθουσιασμό των πρώτων εντυπώσεων, όταν παρατηρούσε ότι «οι ναοί είναι η αιτία αυτού του τοπίου», το μαργαριτάρι που κρύβει η αχιβάδα, έγραψε: «Αυτοί που, ασκώντας την τέχνη της αρχιτεκτονικής, βρίσκονται στην αρχή της σταδιοδρομίας τους, με το νου κενό, με την καρδιά τσακισμένη από την αμφιβολία, μπροστά στο καθήκον να ζωντανέψουν μια νεκρή ύλη (ένα νεκρό υλικό), θα αντιληφθούν τη μελαγχολία των μονολόγων καταμεσής των ερειπίων, των παγερών μου συζητήσεων με τις βουβές πέτρες. Με ένα προαίσθημα να με βαραίνει, εγκατέλειψα πολλές φορές την Ακρόπολη, δίχως να τολμώ ν' αντιμετωπίσω το βάρος της οφειλής μου στο χώρο της δημιουργίας».

Για τη σύγχρονη Αθήνα, που προσπαθούσε ν' αντιμετωπίσει την επιδημία χολέρας που μάστιζε εκείνη τη χρονιά την ανατολική Ευρώπη, έγραψε ελάχιστα. Σ' ένα κείμενο περιέγραψε την εικόνα ενός φωνόγραφου που γέμιζε τους αθηναϊκούς δρόμους μ' ένα μακρό- συρτο ανατολίτικο τραγούδι. Στο κείμενο για τον Παρθενώνα μίλησε με οργή για τις άθλιες συνθήκες της καραντίνας στο νησί του Αγίου Γεωργίου στη Σαλαμίνα, όπου αναγκάστηκε να μείνει τέσσερεις ημέρες εξαιτίας της επιδημίας χολέρας που έπεσε στην Ανατολή εκείνη τη χρονιά. «Ω παρελθόν, σύντριψε τούτη τη φαύλη εποχή!» έγραψε.

Οι εικόνες από το ταξίδι στην Ανατολή αποτέλεσαν την πρώτη ύλη της αρχιτεκτονικής του, αλλά ο τρόπος που τις επεξεργαζόταν άλλαζε καθώς άλλαζε και ο ίδιος. Από τον ρομαντικό ιδεαλισμό και τον εξωτικό ανατολισμό που τον είχαν επηρεάσει την περίοδο που έκανε το ταξίδι στην Ανατολή, πέρασε στην περίοδο του πουρισμού, όπως εκφράστηκε στο περιοδικό «L'Esprit Nouveau» («Το Νέο Πνεύμα») από το 1918 ως το 1925. «Αντιμετωπίζοντας την άνδρωση αυτής της νεοπλατωνικής αλλά και ρασιοναλιστικής αισθητικής, η ρομαντικο-ιδεαλιστική εμπειρία του Αθω και του Παρθενώνα αναγκάζονται να αυτολογοκριθούν», γράφει ο αρχιτέκτονας Γιώργος Σημαιοφορίδης στην εισαγωγή του στο βιβλίο με επιλογές κειμένων του Λε Κορμπιζιέ «Κείμενα για την Ελλάδα - Φωτογραφίες και σχέδια» (εκδ. Αγρα). Στο «Για μια Αρχιτεκτονική» (μτφ. Π. Τουρνικιώτης, εκδ. Εκκρεμές, 2004), το εμβληματικό έργο που εξέδωσε το 1923, ο Λε Κορμπιζιέ σημείωνε αναλογίες ανάμεσα στις αισθητικές και τεχνολογικές λύσεις του Παρθενώνα μ' αυτές του αυτοκινήτου και έβρισκε ότι η σύγχρονη αρχιτεκτονική υπολειπόταν και από τα δύο. Αφού εγκατέλειψε τον πουρισμό και βρήκε το ιδανικό του στην ανθρώπινη κλίμακα, τον Παρθενώνα τον πλαισίωσαν τα ταπεινά έργα της ανώνυμης αρχιτεκτονικής, ένας φράχτης, ένα χαμόσπιτο, μια ξερολιθιά, οτιδήποτε έκρυβε στο σχεδιασμό του μια σοφή μαθηματική αρμονία.

Ομως το ταξίδι της Ανατολής δεν το ξεπέρασε ποτέ. Το 1933, στο δεύτερο και τελευταίο ταξίδι του στην Ελλάδα, όπου συμμετείχε στο 4ο Διεθνές Συνέδριο Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής (CIAM), αναγνώρισε τις οφειλές του: «Αυτή η αλήθεια που την ένιωσα εδώ», είπε στην ομιλία του, «μ' έμαθε ν' αντιστέκουμαι, να γίνω αυτός που προτείνει κάτι, κάτι που θα πάρει τη θέση κάποιου άλλου, μέσα στις καθιερωμένες καταστάσεις. [...] Η Ακρόπολη μ' έκανε έναν επαναστατημένο».

Αυτή η φράση συνοψίζει, 100 χρόνια μετά, την επικαιρότητα του ταξιδιού της Ανατολής. Οπως γράφει στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Δομές» ο καθηγητής αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ Παναγιώτης Τουρνικιώτης, το ουσιαστικό ενδιαφέρον του ταξιδιού της Ανατολής βρίσκεται «στον τρόπο που έμαθε να βλέπει με τα μάτια του [ο Λε Κορμπιζιέ] και αυτό οδηγεί σ' ένα μάθημα αρχιτεκτονικής που μένει επίκαιρο και μπορεί να είναι εξίσου ανατρεπτικό».

Με την επιστροφή του, ο Ζανερέ συγκέντρωσε τις ανταποκρίσεις του και ορισμένα κείμενα και τα υπέβαλε για να εκδοθούν με τίτλο «Ταξίδι στην Ανατολή». Ο πρώτος εκδότης απέρριψε το χειρόγραφο, χωρίς να εξηγήσει τους λόγους, και ο Ζανερέ ξαναπροσπάθησε δύο χρόνια μετά, προσθέτοντας δύο κείμενα με τις αναμνήσεις του, ένα για τον Άθω κι ένα για την Ακρόπολη. Μεσολάβησε, όμως, ο πόλεμος και η προσπάθεια έμεινε άκαρπη. Ετσι, το «Ταξίδι στην Ανατολή», το πρώτο βιβλίο που ετοίμασε ο Ζανερέ, ήταν το τελευταίο που εξέδωσε. Υπέβαλε για τελευταία φορά τα χειρόγραφά του λίγες εβδομάδες πριν πεθάνει, τον Αύγουστο του 1965, και το βιβλίο κυκλοφόρησε μετά το θάνατό του, το 1966.

____________

Info 

Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από το «Ταξίδι στην Ανατολή», το Ιδρυμα Le Corbusier διοργανώνει επιστημονικές συναντήσεις στις τρεις πόλεις-σταθμούς του ταξιδιού: την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και τη Ρώμη. Η 17η επιστημονική συνάντηση της Αθήνας με τίτλο «"Μάτια που βλέπουν... την Ακρόπολη": Εκατό χρόνια από το Ταξίδι της Ανατολής του Le Corbusier» πραγματοποιείται στο Μουσείο Μπενάκη, την Παρασκευή 21 Οκτωβρίου και το Σάββατο 22 Οκτωβρίου, σε συνεργασία με τη Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, το Μουσείο Μπενάκη και το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Συμμετέχουν έλληνες και ξένοι ομιλητές. Την Πέμπτη 20 Οκτωβρίου εγκαινιάζεται στο Γαλλικό Ινστιτούτο έκθεση 11 σχεδίων του Ζανερέ από το «Ταξίδι της Ανατολής» με τίτλο «Η γλώσσα της πέτρας».

____________

Πληκτρολογήστε

http://www.fondationlecorbusier.fr

Η ιστοσελίδα του Ιδρύματος Le Corbusier με υλικό για τη ζωή και το έργο του μεγάλου αρχιτέκτονα.

____________

Διαβάστε

Άλκηστις Π. Ρόδη, Παναγιώτης Τουρνικιώτης (επιμ.): do.co.mo.mo.: Εκδοχές του μοντέρνου στην Αθήνα του Μεσοπολέμου, εκδ. Futura, 2010

Εισηγήσεις που παρουσιάστηκαν στην 4η Επιστημονική Συνάντηση του ελληνικού docomomo το 2007 στο Μουσείο Μπενάκη, γύρω από την προβληματική του ελληνικού μοντερνισμού στην αρχιτεκτονική και την τέχνη και τη συνάντησή του, με το αίτημα εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας εκείνης της εποχής.

-*-