Κάποτε υπήρχαν μόνο τα φανζίν (fanzine, από το fan [: οπαδός] και magazine [: περιοδικό]· ο όρος
πρωτοχρησιμοποιήθηκε το 1940 από ένα περιοδικό επιστημονικής φαντασίας),
αυτοσχέδιες εκδόσεις, τυπωμένες με φτηνά μέσα, που αντανακλούσαν το πάθος των
δημιουργών τους για ένα συγκρότημα, ένα λογοτεχνικό είδος, μια πολιτική
ιδεολογία, ένα κίνημα τέχνης, ο,τιδήποτε. Τα λιγοστά τεύχη τους χαρίζονταν ή
ανταλλάσσονταν με άλλα φανζίν ή πωλούνταν χέρι με χέρι, διακινούνταν πάντως έξω
από τις καθιερωμένες δομές διακίνησης.
Με την εξέλιξη της ψηφιακής τυπογραφίας, δημιουργήθηκαν
φανζίν περισσότερο προσεγμένα, θα τά’λεγες άρτια, με περιεχόμενο και αισθητική
που βάζουν κάτω αναγνωρισμένα εμπορικά περιοδικά. Ο όρος φανζίν δεν τους
πολυταιριάζει, θα τά ΄λεγες περισσότερο περιοδικά ή βιβλία ή εκδόσεις,
ανεξάρτητες πάντως, με την έννοια που έχει η λέξη στον ανεξάρτητο
κινηματογράφο. Το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι πως φτιάχνονται από έναν
άνθρωπο, σπανιότερα από δυο - τρεις, κι εξακολουθούν να κυκλοφορούν έξω από τις
καθιερωμένες δομές διακίνησης εντύπων.
Η Μαρίνα Λεγάκη και ο Τάσος Γκαϊντατζής κόλλησαν
το μικρόβιο των ανεξάρτητων εντύπων πριν τέσσερα χρόνια όταν πρωτοέβγαλαν το
δικό τους φανζίν. Ταξίδεψαν σε μεγάλες πόλεις του εξωτερικού για να το κάνουν
γνωστό, είδαν του κόσμου τα ανεξάρτητα έντυπα, απέκτησαν πολλά, μα πάρα πολλά,
γνωρίστηκαν με τους ανθρώπους που τα έβγαζαν, έμαθαν να διακρίνουν είδη, σχολές
και τάσεις· και μετά τι; Τι θα γινόταν όλη αυτή η γνώση και η αγάπη για τις
ανεξάρτητες εκδόσεις, που είχαν πιάσει πια κάθε γωνία του διαμερίσματός τους
και της ζωής τους;
Τον προπερασμένο Δεκέμβριο άνοιξαν ένα προσωρινό κατάστημα
στη γκαλερί AMP,
διαθέτοντας κάπου 200 ανεξάρτητα έντυπα από 70-80 ανεξάρτητους εκδότες.
Γλυκάθηκαν. Το περασμένο φθινόπωρο ίδρυσαν την υπηρεσία διανομής OMMU (www.ommu.info) κι άνοιξαν το δικό τους
κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας (Εμμανουήλ Μπενάκη 79 και Δερβενίων, απέναντι
από το Μπαρμπα-Γιάννη), ένα χώρο ανοιχτό σε ανεξάρτητες εκδόσεις κάθε μορφής (φανζίν
και αυτοεκδιδόμενα βιβλία και περιοδικά, αλλά και θεωρητικές μονογραφίες,
βιβλία τέχνης και καταλόγους εκθέσεων), με έμφαση στο ντιζάιν, τη γραφιστική,
την αρχιτεκτονική, τη μόδα, τις εικαστικές τέχνες και τη σεξουαλικότητα.
Δεν έμειναν εκεί. Διοργανώνουν εκθέσεις ανεξάρτητων
εκδόσεων, διαλέξεις δημιουργών και επεκτείνονται τώρα στον τομέα των δικών τους
εκδόσεων. Ήδη
λειτουργεί το δεύτερο κατάστημά τους στην γκαλερί THE BREEDER και, σε συνεργασία με
μια ομάδα ανεξάρτητων δημιουργών εντύπων από την Ιταλία που είδαν τη δουλειά
τους στο περίπτερό τους στην φετινή έκθεση βιβλίων τέχνης στη Βενετία, άνοιξαν
τον Ιούνιο στη Ρώμη ένα προσωρινό βιβλιοπωλείο.
____________
Η φύση της δουλειάς
σας είναι κατεξοχήν εξωστρεφής, το ίδιο εξωστρεφείς είστε κι εσείς. Ταξίδια,
εκθέσεις στο εξωτερικό, έντυπα από όλο τον κόσμο. Πώς και μείνατε στην Ελλάδα;
Περισσότερο από πείσμα. Μας ενοχλούσε ότι μια περίοδο όλοι
φεύγανε στο εξωτερικό, και είπαμε όχι, εμείς θα κάτσουμε εδώ, δε θα το βάλουμε
στα πόδια, θα μείνουμε ν’αλλάξουμε κάτι εδώ, αν μπορέσουμε. Είχε ήδη αρχίσει να
διαμορφώνεται μια κατάσταση εδώ μ’αυτά που κάναμε, εκδίδαμε το ζιν, παίρναμε
περιοδικά, πηγαίναμε σε φουάρ, παρακολουθούσαμε τη σκηνή, και θέλαμε να δώσουμε
σ’αυτό το πράγμα μια ευκαιρία, να το οδηγήσουμε κάπου. Η σχεδόν αυτονόητη
εξέλιξη αυτής της πορείας ήταν να δείξουμε όλα αυτά τα έντυπα στην Ελλάδα. Δεν
υπήρχε τότε χώρος που έφερνε τέτοιες εκδόσεις, δεν υπήρχε καν χώρος να δώσουμε
το δικό μας περιοδικό. Πήραμε λοιπόν την πρωτοβουλία και κάναμε εμείς την αρχή
με το πρώτο προσωρινό βιβλιοπωλείο. Στη συνέχεια αντιμετωπίσαμε την ανάγκη να
συνεχιστεί αυτή η προσπάθεια, να δημιουργηθεί κάτι σταθερό, όπου ανά πάσα
στιγμή να μπορεί κανείς να βρει αυτά τα έντυπα.
Αντιμετωπίσατε
δυσκολίες;
Κοίταξε, για άλλους μπορεί να ήταν βουνό, αλλά για μας
ήταν η φυσική εξέλιξη αυτού που ήδη κάναμε, ήταν η ζωή μας. Αν αυτό που κάνεις
είναι η ζωή σου, θα το κάνεις που να γυρίσει ο κόσμος ανάποδα. Δεν πιστεύουμε
ότι υπάρχουν εύκολα και δύσκολα πράγματα, το θέμα είναι τί θέλεις πραγματικά.
Το θέμα είναι τι θέλεις πραγματικά. Ήταν τόσο έντονη η επιθυμία μας που δε
σκεφτήκαμε καν την πιθανότητα αποτυχίας.
Είστε όμως
επιχείρηση. Δεν μετράτε κέρδη και χασούρες;
Δε ακολουθούμε το κλασσικό μοντέλο μιας επιχείρησης που
κλείνει, αν δεν πουλάει. Μπορείς να πεις σε κάποιον που κάνει τέχνη να
σταματήσει να ζωγραφίζει αν δεν μπορεί να πουλήσει τους πίνακές του; Δε
γίνεται. Δεν είναι τόσο ξεκάθαρος ο απολογισμός της επιτυχίας. Εμείς, μέσα στον
πρώτο χρόνο, δημιουργήσαμε ένα δεύτερο κατάστημα στη γκαλερί THE BREEDER και
κάναμε ένα ποπ απ κατάστημα στην Ιταλία. Ακόμα κι αν μας λύγισε οικονομικά να
στείλουμε τα περιοδικά εκεί, παραμένει το γεγονός ότι κάναμε ένα ποπ απ
κατάστημα στην Ιταλία – κάτι ωραίο και υγιές, που δημιουργήθηκε μέσα από
συνεργασία με άλλους εκδότες αντίστοιχων εντύπων. Στο τέλος της ημέρας λοιπόν
γυρνάς στο σπίτι σου και νιώθεις ωραία που ήρθαν κάποιοι άνθρωποι και σου είπαν
μπράβο, που ήξεραν τι έκανες, που σου πρότειναν πέντε πράγματα. Βλέπεις λοιπόν
ότι σε οδηγεί το ίδιο το αντικείμενο, σου λέει ότι έχεις λόγο ύπαρξης γιατί
αυτό που κάνεις είναι ανάγκη και άλλων.
Τι είναι αυτό που σας
γοητεύει στις ανεξάρτητες εκδόσεις;
Αν τους δώσεις τη σημασία που πρέπει και ξεφύγεις από το
πρώτο επίπεδο της αισθητικής, αν δηλαδή ξεφύγεις από το σχήμα ωραία ή άσχημα
και τα διαβάσεις σε βάθος, έχουν τη δύναμη να σε αλλάξουν. Ένα μόνο του μπορεί
να μη λέει πολλά, γιατί δεν μπορείς να το κουμπώσεις κάπου, αλλά όλος αυτός ο
πάγκος με τα πέντε περιοδικά μπορεί να σε πάει κάπου, να σου αλλάξει τη ζωή.
Γι’αυτό δίνουμε σημασία στην έννοια της συλλογής. Διαβάζουμε ένα κείμενο και
έρχεται και κουμπώνει πάνω σε άλλα που έχουμε διαβάσει. Πρέπει όμως να ασχολείσαι εμμονικά και
συνεχόμενα – δεν είναι υπόθεση ενός εξαμήνου, είναι η ζωή σου.
Ο κόσμος σας
αντιμετώπισε διαφορετικά στην Ιταλία από ό,τι εδώ;
Στην Ιταλία ήταν κάπως σαν να μας περίμεναν. Όταν μας
επισκέφτηκαν στη Βενετία, στην έκθεση βιβλίων τέχνης στο πλαίσιο της φετινής
Μπιενάλε, μας ξέρανε· ξέρανε τη δουλειά μας, ξέρανε από πού ξεκινήσαμε. Ήταν σα
να μιλούσαμε την ίδια γλώσσα. Ακόμα και εδώ, όταν έρχεται κάποιος ξένος στο μαγαζί,
είναι κάπως πιο φυσική η επαφή, πιο εύκολη. Γιατί για τον ξένο είναι
συνηθισμένο να επισκέπτεται μουσεία και βιβλιοπωλεία, να βλέπει βιβλία τέχνης.
Ενώ εμείς είμαστε κάπως αποκομμένοι από τα καλλιτεχνικά πράγματα. Και είναι
πολύ φυσικό, διότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα μια Ακαδημία Τεχνών που να
περιλαμβάνει και τις εφαρμοσμένες τέχνες, το ντιζάιν, την τυπογραφία, τη
γραφιστική. Έξω υπάρχουν ακαδημίες τεχνών, γίνονται εργαστήρια και οι άνθρωποι
που αποφοιτούν απ’αυτά θεωρούν φυσικό να παρουσιάσουν τη δουλειά τους μέσα από
έντυπα που φτιάχνουν οι ίδιοι. Πολλές φορές μάλιστα, αντί να δουλεύουν σε κάτι
που δεν τους εκφράζει, προτιμούν να διοχετεύσουν την δημιουργικότητά τους στα
έντυπα. Έχουν έρθει σε μας αρκετοί εκδότες, Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό, και
μας ζήτησαν να διανείμουμε τα έντυπά τους– ελάχιστοι όμως ακόμη από την Ελλάδα.
Θα ήσασταν καλύτερα,
πιστεύετε, αν είχατε ανοίξει το κατάστημα στο εξωτερικό;
Δεν το ξέρουμε αυτό. Ξέρουμε ότι σαν συλλέκτες και σαν
εκδότες θα ζούσαμε λίγο πιο ευχάριστα στο εξωτερικό, αλλά αυτό σε προσωπικό
επίπεδο. Δεν ξέρουμε αν θα ήμασταν καλύτερα από επιχειρηματική άποψη. Στο
εξωτερικό υπάρχει κοινό, αλλά υπάρχουν κι εκεί θέματα – μπορεί, ας πούμε, αυτό
το κοινό να μην ψωνίζει, να αρκείται να βλέπει
πράγματα στο ίντερνετ.
Η κρίση επηρεάζει τις
ανεξάρτητες εκδόσεις;
Πάντως με την κρίση δεν μειώθηκαν τα περιοδικά, αντιθέτως
αυξήθηκαν - έχουμε φτάσει στο σημείο να εμφανίζονται πέντε καινούργια εκδοτικά πρότζεκτ
παγκοσμίως κάθε εβδομάδα. Μάλιστα και η
ποιότητά τους είναι καλύτερη. Ίσως λοιπόν η κρίση επηρεάζει θετικά τα έντυπα.
Όσο δυσκολεύουν τα πράγματα, τόσο πιο καλή τέχνη δημιουργείται. Βέβαια, στην
κεντρική και δυτική Ευρώπη, που θεωρείται αυτονόητο ότι αυτά τα έντυπα
στηρίζονται οικονομικά από το κράτος, υπάρχει τώρα ένα θέμα γιατί αρχίζει και
κόβεται η χρηματοδότηση. Βγαίνουν άνθρωποι στο δρόμο και διαμαρτύρονται ότι
πλήττεται η εκδοτική δραστηριότητα.
Στην Ελλάδα τι σας
ενοχλεί περισσότερο;
Μας ενοχλεί η αδράνεια, το «άστο μωρέ, δε βαριέσαι, αύριο,
μεθαύριο». Υπάρχει μια γκρίνια ότι δε γίνονται πράγματα, αλλά κανείς δε κάνει
κάτι, όλοι τα περιμένουν απ’ τους άλλους. Όλοι κάνουν κριτική χωρίς να
παράγουν.
Υπάρχουν δυνάμεις εδώ
που σας κάνουν να ελπίζετε;
Υπάρχουν πολύ καλές περιπτώσεις στην Ελλάδα αλλά είναι
μεμονωμένες και αφήνονται στην τύχη τους. Γίνονται πράγματα αλλά δεν έχουν
συνέχεια, δεν τα συνεχίζει κάποιος άλλος να χτίσει πάνω τους, ώστε να
δημιουργηθεί αυτό που λέμε σκηνή και να υπάρξει θεμιτός ανταγωνισμός. Κι
έτσι περνάει μια ολόκληρη γενιά για να ξαναρχίσει κάποιος από την αρχή – τα
πράγματα συμβαίνουν κάθε είκοσι χρόνια. Υπάρχει πρόβλημα συνέπειας. Δε γίνεται
ν’ αλλάζεις πόστο μέρα με τη μέρα, πρέπει να βρίσκεσαι εκεί για να στηρίζεις
αυτό που κάνεις.
Πώς θα μπορούσαν να ενωθούν
αυτές οι μεμονωμένες δυνάμεις, ώστε ν’αφήσουν το στίγμα τους;
Ίσως με περισσότερη ψυχανάλυση; Ακούγεται αστείο, αλλά η
συνέπεια έχει να κάνει με την πίστη στον εαυτό μας, άρα με τη γνώση του ποιοι
είμαστε και της πορείας μας. Χρειάζεται να βρούμε τον εαυτό μας και να
πιστέψουμε σ’αυτόν.
Εσείς τι μάθατε με
την δραστηριότητά σας στο χώρο των ανεξάρτητων εντύπων;
-*-