9/6/11

Γιώργος Παπανδρέου - Κολέγιο Αμχερστ: Έρωτας και αμφισβήτηση

[Εψιλον, 29/5/05]

1.

Ο αγώνας τώρα δικαιών- συγγνώμη, συνεχίζεται. Δεν ξέρω τι σκέφτονται για τη δικαίωση ή τη συνέχιση του αγώνα όσοι από την περασμένη Τετάρτη βρίσκονται στο κολέγιο Άμχερστ, στην ομώνυμη πόλη της Δυτικής Μασαχουσέτης, για να γιορτάσουν τα 30 χρόνια από την αποφοίτηση της τάξης του 1975. Δεν ξέρω καν αν χρησιμοποιούν ακόμη τη λέξη αγώνας, ούτε αν η λέξη ακούγεται σήμερα το ίδιο.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου σπούδαζε κοινωνιολογία στο κολέγιο, η φοιτητική εφημερίδα «Ο Φοιτητής του Άμχερστ» καλούσε σε διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για τον πόλεμο στο Βιετνάμ και το σκάνδαλο Γουότεργκέιτ («Παραπέμψτε το Νίξον: Παραπομπή γιατί αγαπώ τη χώρα μου», γράφει μια ανακοίνωση στο χώρο των καταχωρίσεων), υπέρ της αλλαγής του κολεγίου από αρένων σε μεικτό (έγινε το 1975), και υπέρ της ίσης μεταχείρισης των μαύρων φοιτητών και καθηγητών (το τμήμα Μαύρων Σπουδών είχε ιδρυθεί το 1969). Η Pioneer διαφήμιζε την επανάστασή της στις συσκευές ήχου, το επιτραπέζιο κασετόφωνο με δυνατότητα εγγραφής: «μαγνητοφωνήστε το αγαπημένο σας άλμπουμ και συγκρίνετε την αναπαραγωγή του ήχου από την κασέτα και το δίσκο. Δεν θα μπορέσετε να τα ξεχωρίσετε».

Από τότε ως τα ipods, κάτι έχει αλλάξει. Ο «Φοιτητής του Άμχερστ», πιστός στο πνεύμα ενός από τα πιο φιλελεύθερα κολέγια της Αμερικής, εξακολουθεί να δημοσιεύει, πλέον και στο Ιντερνετ, άρθρα εναντίον του πολέμου στο Ιράκ, υπέρ των εκτρώσεων, των δικαιωμάτων των γυναικών και των ομοφυλόφιλων, αλλά διαδηλώσεις σπάνια γίνονται. Άλλες εποχές. Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου στην ηλικία των 18 πήγε στο Άμχερστ το 1970, βρήκε το κολέγιο να βράζει. Την άνοιξη του περασμένου χρόνου, τα μαθήματα είχαν διακοπεί για δυο ημέρες για να ηρεμήσουν τα πνεύματα των φοιτητών που ζητούσαν δημοκρατικότερη διοίκηση του κολεγίου.

Ο Γιώργος Παπανδρέου μπήκε για τα καλά στην εποχή. Πήρε μέρος στην διαδήλωση περίπου 1.000 φοιτητών που ξάπλωσαν στον αεροδιάδρομο της αεροπορικής βάσης Westover στη γειτονική πόλη Chicopee για να εμποδίσουν τα B52 ν’απογειωθούν για το Λάος και την Καμπότζη με στόχο ομάδες των Βιετ Κόνγκ. Έκανε μποϊκοτάζ σε αναψυκτικά και καταναλωτικά είδη και αναζητούσε προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας. Κυκλοφορούσε με τα ίδια ρούχα για μέρες – από ιδεολογία. Έπαιρνε την κιθάρα και τραγουδούσε με τις ώρες, μόνος ή στην παρέα, Ρόλινγκ Στόουνς, Μπητλς, Νηλ Γιανγκ, Τζόαν Μπαέζ, Σαββόπουλο, Θεοδωράκη. Είχε εκπομπή στο φοιτητικό ραδιόφωνο του Άμχερστ με ελληνική μουσική και σχόλια κατά της Χούντας. Μοίραζε φυλλάδια κατά της Χούντας και συμμετείχε στις επαφές του ΠΑΚ Νέας Αγγλίας, με έδρα το γειτονικό Σπρίγνκφιλντ, που λειτουργούσε ως ο σύνδεσμος μεταξύ του Ανδρέα Παπανδρέου στο Τορόντο και της ομάδας του ΠΑΚ Νέας Υόρκης.

«Οι επαφές που είχαμε τότε ήταν κυρίως επαφές γύρω από εκδηλώσεις εναντίον της δικτατορίας», λέει η διευθύντρια του ΟΑΣΕ Λούκα Κατσέλη, που τότε φοιτούσε στο κολέγιο Σμιθ, ένα από τα τρία κολέγια θηλέων κοντά στο Άμχερστ. «Η κοινή δράση και οι κοινοί αγώνες ήταν έντονο στοιχείο της ζωής τότε».

2.

Όσοι πέρασαν από το Άμχερστ, θυμούνται τις μικρές τάξεις, με λιγότερους από 20 φοιτητές κατά μέσο όρο, την προσωπική επικοινωνία με τους καθηγητές, τις τεράστιες απαιτήσεις σε διάβασμα (5.000 σελίδες ύλη μελέτης σε μια εβδομάδα, κι αυτό τις πρώτες εβδομάδες). Θυμούνται ακόμη τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους φοιτητές, στο βωμό μιας συστατικής επιστολής και ενός καλού βαθμού, που θα εξασφαλίσουν θέση σε κάποιο περιζήτητο μεταπτυχιακό πρόγραμμα και στη συνέχεια καλή θέση στην αγορά εργασίας. «Μερικοί μιλούσαν μέχρι και λατινικά», λέει ο Φίλιππος Τσιάρας, συμφοιτητής του Γιώργου Παπανδρέου. «Είχαμε πολλά σπασικλάκια».

Σπασικλάκι ο Γιώργος Παπανδρέου δεν ήταν. Καλό παιδί; Καλό παιδί. Καλός φοιτητής; Καλό παιδί. «Ήταν ενδιαφέρων ως παρουσία, όχι αναγκαστικά για τις ερωτήσεις που έκανε», λέει ο Ρον Τίρσκι, καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής, που πριν πάει στο Άμχερστ ως νεαρός καθηγητής είχε ζήσει στη Γαλλία αμέσως μετά το Μάη του ’68 και ένιωθε κοντά του το Γιώργο Παπανδρέου. «Καθόταν στις μπροστινές σειρές και ήταν από αυτούς τους φοιτητές που σε κοιτούν έντονα και ξέρεις ότι σε καταλαβαίνουν. Ίσως να μην ήταν ο καλύτερος φοιτητής, αλλά έκανε την τάξη καλύτερη με τη γενναιοδωρία του και την ικανότητά του να πιάνει φιλίες». Ικανότητα χρήσιμη, εξάλλου, και στην πολιτική.

«Τον ενδιέφερε περισσότερο ο πραγματικός κόσμος παρά ο κόσμος των ιδεών», λέει ο καθηγητής κοινωνιολογίας Ζαν Ντιζάρτ. «Ήταν βέβαια συγκροτημένος. Ερχόταν στην τάξη πάντα προετοιμασμένος, οι εργασίες του ήταν καλοδουλεμένες και στην ώρα τους, και συμμετείχε σε συζητήσεις. Αλλά ήταν φανερό ότι, αν συνέχιζε, θα έκανε σπουδές διακυβέρνησης και πολιτικής, όχι ένα διδακτορικό κοινωνιολογίας ή οικονομικών». (Μετά το Άμχερστ, ο Γιώργος Παπανδρέου συνέχισε τις σπουδές του στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα κοινωνιολογίας της ανάπτυξης στο London School of Economics και αργότερα, το 1992, πήγε για ένα χρόνο στο Κέντρο Διεθνών Σχέσεων στο Χάρβαρντ, ως ερευνητής).

Για του λόγου το αληθές, στην πτυχιακή εργασία του με θέμα την Ελληνοαμερικανική κοινότητα του Σπρίνγκφιλντ τον οδήγησε ένα πρακτικό ερώτημα, που είχε προκύψει από την δραστηριότητά του στο ΠΑΚ: πώς η Ελληνοαμερικανική κοινότητα της Αμερικής θα μπορούσε να βοηθήσει στον αντιδικτατορικό αγώνα; «Υπέθεσα», γράφει στον πρόλογο, «ότι όπως πολλοί μετανάστες στην Ευρώπη είχαν συμμετάσχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε αντιφασιστικές δραστηριότητες, έτσι και οι μετανάστες στις ΗΠΑ θα είχαν παρόμοια περιστατικά. Γρήγορα ανακάλυψα από έναν ερωτώμενο ότι ‘το 90% των Ελληνοαμερικανών υποστήριξαν τη Χούντα’. Η έκπληξή μου ήταν αποτέλεσμα της δικής μου παρανόησης ότι ένας Ελληνοαμερικανός πρέπει να είναι, απλά λόγω της κοινωνικοοικονομικής του θέσης, προοδευτικός, αν όχι ριζοσπάστης».

Συνεχίζει: «Σε μια καπιταλιστική κοινωνία που βασίζεται στην ανισότητα και τον ανταγωνισμό, οι διαφορές σε εθνική καταγωγή, φυλή ή φύλο γίνονται διαφορές στην ικανότητα απόκτησης πλούτου, εξουσίας και κύρους». Ένας Έλληνας μετανάστης, γράφει, είναι διπλά καταπιεσμένος ως μέλος της εργατικής τάξης και ως Έλληνας.

Στο θέμα της μετανάστευσης ο Γιώργος Παπανδρέου επανέρχεται σε όλη τη σταδιοδρομία του. Σε μια από τις πρώτες συσκέψεις του ΠΑΣΟΚ το Σεπτέμβριο του 1976, αντλεί υλικό από την πτυχιακή εργασία του για να πείσει τους συντρόφους ότι το κόμμα πρέπει να ανοιχτεί στον απόδημο ελληνισμό. Αργότερα, ως μέλος της κυβέρνησης, αναλαμβάνει το χαρτοφυλάκιο του Απόδημου Ελληνισμού δύο φορές, ως υφυπουργός Πολιτισμού (το 1985) και ως υφυπουργός Εξωτερικών (το 1993). Οφείλεται το ενδιαφέρον του για τους μετανάστες στην εμπειρία της εξορίας της οικογένειάς του από τη Χούντα; «Πιστεύω ότι ο Γιώργος αποφάσισε να ασχοληθεί με το θέμα της πτυχιακής του εν μέρει διότι ήθελε να καταλάβει τη δική του κατάσταση», λέει ο καθηγητής Ντιζάρτ. «Ήταν εκτός των άλλων και μια διαδικασία εξερεύνησης του εαυτού του».
3.

Μια διαδικασία εξερεύνησης ήταν και η παρέα που έκανε με δυο συμφοιτητές του, τους οποίους γνώρισε στο τελευταίο έτος στο Άμχερστ, τον Χουάν Ρος από το Εκουαδόρ και το Χένρι Μπουμ από την Ολλανδία. Ονόμαζαν για πλάκα την παρέα τους «δίγλωσση ακαδημία». «Και οι τρεις είχαμε μητέρα αμερικανίδα και πατέρα μη-αμερικανό, γεγονός που σε κάνει να διαφέρεις κάπως και από τους Αμερικανούς και από τους συμφοιτητές της άλλης χώρας καταγωγής», λέει ο Χένρι Μπουμ, σήμερα καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο CASE Western Reserve. «Καταρχήν μιλάς αγγλικά χωρίς προφορά, αλλά και είσαι σε θέση να δεις και τα στραβά των Αμερικανών. Σε αυτή την ηλικία, αυτά τα θέματα είναι πολύ σημαντικά, διότι προσπαθείς να βρεις ποιος είσαι. Και μέρος του ποιος είσαι είναι η διπλή καταγωγή σου. Πρέπει να ξεκαθαρίσεις ποιο περιβάλλον θα αγκαλιάσεις περισσότερο».

«Όσο καιρό ήταν στην Αμερική», λέει ο καθηγητής Τίρσκι, «ο Γιώργος ήταν ένας Έλληνας που ζούσε εξόριστος. Δεν ήταν ο εαυτός του. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα μπόρεσε να ενώσει τις τελείες και να γίνει στον τόπο του ένας Έλληνας, ο οποίος είχε αποκτήσει την εμπειρία της Αμερικής». Πολλοί απ’όσους δεν έχουν δει με καλό μάτι τη θητεία του στο υπουργείο Εξωτερικών, θα αναρωτιόνταν με κάποια κακεντρέχεια πόσο Έλληνας έγινε στον τόπο του ο Γιώργος Παπανδρέου. Άλλοι θα απέδιδαν αυτή την ερώτηση σε στενόμυαλη αντίληψη της ταυτότητας και της ελληνικότητας.

Εκείνη την περίοδο στα θρανία του Άμχερστ βρέθηκαν 12-13 Έλληνες. Απ’αυτούς, ο Γιώργος Παπανδρέου έκανε στενότερη παρέα με τον Φίλιππο Τσιάρα, Ελληνοαμερικανό από το Νιου Χάμσαϊρ, σήμερα ζωγράφο με έδρα τη Νέα Υόρκη, το Στέφανο Μανουηλίδη, σήμερα βασικό μέτοχο και γενικό διευθυντή ασφαλιστικής εταιρείας στην Αθήνα, και τον Αντώνη Σαμαρά, σήμερα ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, με τον οποίο για ένα διάστημα μοιράζονταν το ίδιο δωμάτιο στη φοιτητική εστία Πρατ (ένα φοιτητικό δωμάτιο σαν όλα τα άλλα, δηλαδή ακατάστατο, το περιγράφουν όσοι το είδαν). Οι πολιτικές συζητήσεις μεταξύ τους για τις εξελίξεις στην Ελλάδα ήταν στην ημερήσια διάταξη. «Συχνά διαφωνούσαμε», λέει ο Αντώνης Σαμαράς, «αλλά αυτό σημαίνει ότι η φιλία μας, που έχει διατηρηθεί και σήμερα, είναι αγνή, πέρα από σκοπιμότητες. Φλογερός, επαναστάτης, έξω καρδιά, πολύ καλό παιδί. Αυτός ήταν ο Γιώργος».

Συχνά, οι Έλληνες, μαζί και με Ελληνίδες από τα γειτονικά κολέγια θηλέων εξορμούσαν στην πόλη για ποτό ή φαγητό. Ο Μανώλης Ψαράς, που είχε πιτσαρία, τους θυμάται σε μια βραδιά ελληνικού φαγητού να μένουν μέχρι αργά και να συζητούν. Ο Χρήστος Μπελ (από το Μπελογιάννης – εξάδελφος του εκτελεσθέντος Νίκου Μπελογιάννη) τους θυμάται να μαζεύονται συχνά στη δική του πιτσαρία, τη Bells House Pizza («κάθε πίτσα έχει τη δική της γεύση – γιατί να μη δοκιμάσετε την καλύτερη», ήταν το σλόγκαν της καταχώρισης στο «Φοιτητή του Άμχερστ»), την οποία χρησιμοποιούσαν και τα μέλη του ΠΑΚ για τις συναντήσεις τους. Εκεί είχε καθήσει και ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν είχε επισκεφτεί το Αμχερστ, μαζί με τον Χρήστο Καντιάνη, που είχε υπό την εποπτεία του το τοπικό ΠΑΚ.

Ήταν η εποχή της έθνικ υπερηφάνειας. Black is beautiful, ήταν το σύνθημα της περασμένης δεκαετίας, και μαζί με τους μαύρους, οι διαφορετικές εθνικότητες έγιναν μόδα και τέθηκαν υπό την προστασία όλων, και ιδίως του άλλου φύλου, στο πλαίσιο της σεξουαλικής απελευθέρωσης των σέβεντις. «Η κόρη ενός γενικού διευθυντή επιχείρησης μπορούσε να πάει με έναν τσιγγάνο μόνο και μόνο για να αποδείξει ότι είναι προοδευτική», λέει ο Φίλιππος Τσιάρας. «Το κάθε ένα από τα δύο κολέγια θηλέων ήταν διπλάσια σε μέγεθος από το Άμχερστ –τέσσερις γυναίκες αντιστοιχούσαν σε κάθε έναν από μας. Ήταν ωραία εποχή, δεν είχαμε ούτε ΑΙDS, ούτε τίποτα. Σε αυτή την ηλικία η τεστοστερόνη σε κυβερνά».

Το λεωφορείο που συνέδεε τα 5 κολέγια της περιοχής πηγαινοερχόταν με φοιτητές και φοιτήτριες που δεν είχαν στο μυαλό τους μόνο τις εργασίες. Στα mixers, τα μεικτά πάρτι που συνδιοργανώνονταν με τα κολέγια θηλέων, γινόταν χαμός. Και με πρωτοβουλία του Φίλιππου, του πιο χορευταρά της παρέας, οι Έλληνες παρέδιδαν μαθήματα ελληνικών παραδοσιακών χορών στους ξένους συμφοιτητές, με μεγάλη επιτυχία στα θηλυκά μέλη της παρέας, που είχαν την ευκαιρία να θαυμάσουν την ελληνική χάρη στο τσάμικο, το ζεϊμπέκικο, και το συρτάκι, πολύ δημοφιλές τότε λόγω της ταινίας Αλέξης Ζορμπάς που είχε βγει πρόσφατα στις αίθουσες.

«Τους έβλεπα να κοκορεύονται ποιος είναι πιο Έλληνας, ποιος είχε μεγαλύτερη επιτυχία στις γυναίκες», λέει ο Χένρι Μπουμ. «Δεν ξέρω βέβαια αν ήταν μόνο λόγια, αλλά πάντως μιλούσαν πολύ γι’αυτά, και εγώ, όντας φοιτητής ιατρικής, ζήλευα που δεν είχα ανάλογες εμπειρίες». Έκανε επίδειξη ελληνοπρεπούς ανδρισμού και ο Γιώργος Παπανδρέου; «Ο Γιώργος ήταν πιο μαζεμένος στις εκδηλώσεις του σε σχέση με άλλους, λιγότερο μάτσο. Υπερίσχυε η αμερικανική πλευρά», λέει ο Χένρι Μπουμ. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Γιώργος Παπανδρέου δεν επιδιδόταν στο κυνήγι του ωραίου φύλου –με την ίδια θέρμη που επιδιδόταν σχεδόν καθημερινά στο τζόκινγκ, λένε οι κακές γλώσσες.

Όσοι τον γνώρισαν, τον θυμούνται γελαστό, να κάνει συνέχεια πλάκες. «Ήταν πειραχτήρι», λέει ο Στέφανος Μανουηλίδης. «Μας είχε φέρει δυο κοπέλες, πολύ προκλητικά ντυμένες, που άρχισαν να μας φλερτάρουν. Τις καταφέραμε και μας έδωσαν τηλέφωνα. Την επομένη, αρχίσαμε να τηλεφωνάμε. Ο ένας αριθμός έβγαινε σε μια εκκλησία. Στον άλλο αριθμό απαντούσε μια συνταξιούχος, η οποία δεν είχε ιδέα. Το είχε στήσει το σκηνικό ο Γιώργος».

Άλλες λέξεις που χρησιμοποιούν για να τον περιγράψουν: έξω καρδιά, ανοιχτός, καλό παιδί. Πολύ καλό παιδί. Και κάτι ακόμη, που ξαφνιάζει: συγκρατημένος. «Ο χαρακτήρας του έχει πολύ μυστήριο», λέει ο Φίλιππος Τσιάρας. «Δεν ισχύει αυτό που λένε πως ‘είναι όπως φαίνεται’. Πάντοτε έβρισκα ότι υπάρχουν πλευρές του που είναι απροσπέλαστες, ότι κρατά μια πλευρά του καλά φυλαγμένη».

«Ο Γιώργος ήταν πολύ κοινωνικός και αγαπητός, αλλά ήταν πιο συγκρατημένος από τον κλασσικό μεσογειακό τύπο του Έλληνα», λέει ο Στέφανος Μανουηλίδης. «Αν είχε ένα πρόβλημα, θα το έλυνε μόνος του, δεν θα το μοιραζόταν με όλους».

Σπάνια ο Γιώργος Παπανδρέου συζητούσε τα πολύ προσωπικά του. Έπαιρνε πολύ καιρό για να ανοιχτεί για ζητήματα που τον απασχολούσαν. Την εμπειρία του από τη σύλληψη του πατέρα του μπρος τα μάτια του δεν την είχε συζητήσει με κανέναν. «Ήταν πάντα φιλικός και σου έδινε την εντύπωση ότι ανοιγόταν», λέει η Λούκα Κατσέλη, «αλλά δεν ήταν επί της ουσίας ανοιχτός. Οι κουβέντες δεν πήγαιναν ποτέ πάρα πολύ βαθιά. Δεν νομίζω ότι εμπιστεύεται εύκολα κανένα».

Ήταν η επιρροή της αμερικανικής ιδιοσυγκρασίας, πιο εσωστρεφούς σε σχέση με το μεσογειακό ταπεραμέντο; Ένιωθε την ανάγκη να προστατευτεί απέναντι στα αδιάκριτα βλέμματα που ήταν φυσικό να τραβά το επώνυμό του; Ήθελε να διαφοροποιηθεί από την επιβλητική παρουσία του Ανδρέα Παπανδρέου, που ώρες ώρες ίσως και να ήταν ασφυκτική; «Ο Γιώργος ήταν πάντοτε ο εαυτός του», λέει ο Αντώνης Σαμαράς. «Δεν ενέδιδε εύκολα. Ήταν απλά ντυμένος, δεν ήταν επιδειξιομανής, δεν εξαρτιόταν από τους άλλους. Και σε σχέση με τον Ανδρέα, είχε πάντοτε τη δική του προσωπικότητα, δεν ήταν σήκω-σήκω, κάτσε-κάτσε».

4.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου επισκέφτηκε το Αμχερστ, όταν ο Γιώργος ήταν εκεί, για να κάνει επαφές με την ομάδα του ΠΑΚ και να δώσει διάλεξη στο τμήμα Οικονομικών του Κολεγίου (το βιβλίο του «Πατερναλιστικός Καπιταλισμός» είχε κυκλοφορήσει το 1972). Παλιότερα καθηγητής στο Μπέρκλεϊ, υπουργός στην κυβέρνηση του πατέρα του, ηγέτης του ΠΑΚ, και έντονη προσωπικότητα, ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν φυσικό να τραβήξει πάνω του τα βλέμματα. Οι συγκρίσεις ήταν επόμενες.

«Ο Ανδρέας είχε πάντα κάτι ενδιαφέρον να πει, δεν είχε πρόβλημα να γεμίσει το δωμάτιο με την παρουσία του», θυμάται ο καθηγητής Ζαν Ντιζάρτ, που είχε γνωρίσει τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Μπέρκλεϊ και εκείνη την εποχή είχε πρωτοέρθει ως καθηγητής στο Άμχερστ. «Ο Γιώργος ήταν ήσυχος, προσεκτικός, δεν επιδίωκε να τραβήξει την προσοχή».

Δύσκολα μπορεί να βρει κανείς ιδιοσυγκρασίες τόσο αντίθετες όσο αυτές του Ανδρέα και του Γιώργου Παπανδρέου, και οι διαφορές είναι έκδηλες στον τρόπο του πολιτεύεσθαι του πρώτου και του τελευταίου αρχηγού του ΠΑΣΟΚ. Πάντως, εκείνη την εποχή, πατέρας και γιος έβλεπαν τον κόσμο μέσα από το ίδιο πρίσμα, όπως φαίνεται και από το άρθρο που ο Γιώργος Παπανδρέου δημοσίευσε στο «Φοιτητή του Άμχερστ» το 1975, μετά το δημοψήφισμα για το βασιλιά.

«Δεν πρέπει κανείς να πάρει και πολύ στα σοβαρά αυτή τη φανφάρα και τον ενθουσιασμό για ‘’νίκη της δημοκρατίας’’», γράφει. «Το δημοψήφισμα πρέπει να ερμηνευτεί ως η καραμέλα που δόθηκε στον ελληνικό λαό για να γλυκάνει τις αντιδράσεις του στις πολύ σημαντικότερες αποφάσεις που θα ληφθούν από το νέο κοινοβούλιο… Το ελληνικό κατεστημένο και η αμερικανική κυβέρνηση είδαν ένα κενό εξουσίας που ήταν αποτέλεσμα της πτώσης της Χούντας. Αυτό θα μπορούσε να καλυφθεί από αντι-αμερικανική κυβέρνηση. Η λύση τους ήταν να φέρουν τον Καραμανλή στην Ελλάδα για να σώσει τις δυνάμεις της Δεξιάς. Και το έκανε. Έφερε μαζί του μια νέα εικόνα της Δεξιάς: πιο ανεκτική, πιο ανθρώπινη, πιο εκσυγχρονισμένη, πιο ‘ευρωπαϊκή’… Αυτό προφανώς ήταν ελκυστικό για την ελληνική μικροαστική τάξη που φοβάται πολύ να χαρακτηριστεί ‘μη-δυτική’ ή ‘μη-ευρωπαϊκή’». Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς παρόμοιο χαρακτηρισμό της ελληνικής μικροαστικής τάξης από πρωτοκλασσάτο στέλεχος του νέου ΠΑΣΟΚ, πόσο μάλλον από τον πρόεδρό του.

«Αν έπρεπε να μαντέψω», λέει ο καθηγητής Ντιζάρτ, «θα έλεγα ότι ο Ανδρέας και ο Γιώργος είχαν πολλά κοινά στον τρόπο σκέψης τους και στις ιδέες τους για την Ελλάδα Δεν ήθελαν να υποταχθεί στην Αμερική. Και όποιες διαφωνίες ενδεχομένως προέκυψαν, πρέπει να προέκυψαν αργότερα». Πράγματι. Όπως λένε όσοι τους γνώρισαν, η Μαργαρίτα Παπανδρέου ήταν αυτή που υπερασπιζόταν με πάθος τις πολιτικές επιλογές του Γιώργου και συχνά πάσχιζε να αλλάξει γνώμη στον Ανδρέα.

Ίσως λόγω της οικογενειακής παράδοσης, η εξέλιξη του Γιώργου Παπανδρέου στην πολιτική να ξαφνιάζει λιγότερο αυτούς που τον ήξεραν στο Άμχερστ. Αλλά κανείς δεν περίμενε ότι θα γινόταν υπουργός Εξωτερικών και αργότερα αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κανείς δεν περίμενε ότι το όνομά του θα συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο των διάσημων αποφοίτων του κολεγίου (δίπλα σε ονόματα γερουσιαστών, αστροναυτών, βραβευθέντων με νόμπελ, του πρίγκηπα Αλβέρτου του Μονακό και του αμερικανού προέδρου του μεσοπολέμου Κάλβιν Κούλιτζ) και ότι θα ανακηρυσσόταν, το 2002, επίτιμος διδάκτωρ Νομικής του Κολεγίου. Φυσικά, στη δεκαετία του ’70 ήταν ακόμη νωρίς. Αλλά επίσης, παρόλη την ενασχόλησή του με την πολιτική, δεν φαινόταν πλασμένος για τις σκληρές συνθήκες της πολιτικής, ιδίως όπως ασκούταν τότε στην Ελλάδα. Σε όλη την πορεία του φαίνεται να περιμένει υπομονετικά την κατάλληλη ευκαιρία, και, όταν αυτή δοθεί, να εκπλήσσει τους πάντες. Μέχρι όχι πολύ παλιά, το υποκοριστικό Γιωργάκης χρησιμοποιούταν για να δείξει περισσότερο απαξίωση παρά οικειότητα. Κανείς δεν περίμενε ότι θα γινόταν υπουργός Εξωτερικών, μέχρι που ο Κώστας Σημίτης αποφάσισε να αντικαταστήσει το Θόδωρο Πάγκαλο. Ακόμη και τότε, κανείς δεν τον θεωρούσε ισχυρό πιθανό διάδοχο του Σημίτη και ο ίδιος δεν έδειχνε να έχει κάνει κινήσεις συγκρότησης ομάδας. Χελώνα μάλλον, παρά λαγός.

«Ίσως δεν είχε εκτιμηθεί αρχικά», λέει ο καθηγητής Τίρσκι. «Αποδείχτηκε πιο σημαντικός από ό,τι ίσως νόμιζαν κάποιοι».
____________

Ενα άρθρο ζητά συγγραφέα

Ξεφυλλίζοντας για δεύτερη φορά το αρχείο του 1973 από το «Φοιτητή του Άμχερστ», την εβδομαδιαία εφημερίδα των φοιτητών του κολεγίου, πιάνω με την άκρη του ματιού τη λέξη «Greek» στον τίτλο ενός μικρού άρθρου που μου είχε διαφύγει την πρώτη φορά. Το άρθρο, ανώνυμο, καλεί όσους αμερικανούς φοιτητές σχεδιάζουν να επισκεφτούν ως τουρίστες την Ελλάδα να έρθουν σε επαφή με την οργάνωση «Δράση για Ελεύθερη Ελλάδα» για να μεταφέρουν στη χώρα έντυπο υλικό. Κανείς δεν θυμάται το άρθρο και κανείς δεν γνωρίζει την ύπαρξη της οργάνωσης. Δεν ήταν ασυνήθιστο στα αμερικανικά πανεπιστήμια να αναπτύσσονται ανεξάρτητοι πυρήνες δράσης χωρίς μεγάλη διάρκεια. Ίσως το έγραψε ο δραστήριος καθηγητής Ιστορίας, Τζον Πετρόπουλος, που μόλις είχε ολοκληρώσει την αξεπέραστη ως σήμερα μελέτη του για τη βασιλεία του Οθωνα (πέθανε στο γραφείο του στο Άμχερστ το 2001). «Μπορεί να το έχω γράψει και εγώ», μου λέει ο Γιώργος Παπανδρέου. «Στείλε το με φαξ και θα σου πω». Δεν βρίσκω τη φωτοτυπία στο αρχείο μου, το γραφείο τύπου του κολεγίου δεν μπορεί να βρει το άρθρο, και δεν προλαβαίνω να ξαναπάω στο Άμχερστ. Το άρθρο παραμένει στα αρχεία της φοιτητικής εφημερίδας του Αμχερστ ζητώντας το συγγραφέα του.

-*-