22/6/11

Ραλφ Ανσπαχ: To μονοπώλιο της Monopoly

[Εψιλον, 18/03/07]

1.

Αν βάλει κάτι στο μυαλό του, δεν του το βγάζεις ο κόσμος να χαλάσει. Το προσπάθησε η Πάρκερ Μπράδερς, η εταιρεία που παράγει τη Monopoly, το πιο επιτυχημένο επιτραπέζιο του κόσμου, και βρήκε το μπελά της. Σε μια πολύκροτη δίκη, που κράτησε κοντά δέκα χρόνια και κρίθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, ο Ραλφ Άνσπαχ (Ralph Anspach)  όχι μόνο κέρδισε το δικαίωμα να κυκλοφορήσει την Anti-Monopoly, ένα παιχνίδι δικής του έμπνευσης που παίζεται αντίστροφα από τη Monopoly (κερδίζει όποιος διαλύει τα μονοπώλια), αλλά και έδειξε ότι η τεράστια επιτυχία της Monopoly οφείλεται σ'ένα ψέμα.

Στα αφιερώματα των περιοδικών για την εκθαμβωτική επιτυχία του παιχνιδιού (τρελές πωλήσεις, περισσότερες από κάθε άλλο, και δεκάδες ειδικές εκδόσεις: σοκολατένια Monopoly και ξύλινη και χρυσή και ό,τι θέλεις) δεν ακούσαμε πολλά για τη σκοτεινή πλευρά της Monopoly. Άλλη μια νίκη του μάρκετινγκ, ασφαλώς. Αλλά ο Ραλφ Άνσπαχ δεν το βάζει κάτω, παρότι έχει περάσει τα ογδόντα: ετοιμάζεται να συνεργαστεί στο γύρισμα ενός ντοκιμαντέρ που εξερευνά την αληθινή ιστορία του παιχνιδιού και ετοιμάζει τη δεύτερη έκδοση του βιβλίου του “Η απάτη δισεκατομμυρίων της Monopoly”.

“Ε, μάλλον είμαι πολύ αποφασιστικός ή πεισματάρης”, μου λέει στο τηλέφωνο από τη Νέα Ζηλανδία, όπου ξεχειμωνιάζει, όταν τον ρωτώ πώς τα έβγαλε πέρα με έναν επιχειρηματικό κολοσσό όπως η Πάρκερ Μπράδερς. “Υπάρχει ένα σύνθημα της Αμερικανικής Επανάστασης: “Μην με πατάς”. Δεν μου αρέσει λοιπόν να με πατούν. Το ένα είναι αυτό, το άλλο είναι η τύχη. Είχα μια οικογένεια που στάθηκε στο πλευρό μου και βρήκα ένα δικηγόρο που ανέλαβε την υπόθεση χωρίς πληρωμή, με ποσοστά από την τελική αποζημίωση”.
2.

Το καλοκαίρι του 1973 ο Ραλφ Ανσπαχ δίδασκε οικονομική θεωρία στο δημόσιο Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο, με ειδίκευση στον Ανταμ Σμιθ. Έμενε με τη γυναίκα του και τα δυο τους παιδιά στο Μπέρκλεϊ και ατένιζε τον κόσμο με μια φιλελεύθερη ματιά, συνηθισμένη στους πανεπιστημιακούς χώρους του Σαν Φρανσίσκο της εποχής. Εκείνο τον καιρό ο ΟΠΕΚ ανακοίνωσε την πολιτική ελέγχου της τιμής του πετρελαίου μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τη Δύση, και ο Άνσπαχ, Γερμανός εβραϊκής καταγωγής, πήρε το ζήτημα σχεδόν προσωπικά.

Μίλησε στους φοιτητές του για τα μονοπώλια, όχι μόνο του ΟΠΕΚ, αλλά και τα αμερικανικά του περασμένου αιώνα - το πετρελαϊκό τραστ του Ροκφέλερ, το τραστ του χάλυβα του Κάρνεγκι, και άλλων μεγιστάνων που σήμερα έχουν δώσει το όνομά τους σε αξιοθέατα της Νέας Υόρκης. Τους εξήγησε πώς μονοπωλώντας την παραγωγή αγαθών κάποιοι έχτισαν ολόκληρες περιουσίες, εκτινάσσοντας τις τιμές στα ύψη και οδηγώντας σε πτώχευση μικροεπιχειρηματίες και αγρότες. Τους είπε ακόμη για το κίνημα “Σπάστε τα τραστ” και τις αντιδράσεις του κόσμου που οδήγησαν στους πρώτους αντιμονοπωλιακούς νόμους των ΗΠΑ.

“Δεν αναρωτιέστε”, τους είπε σε ένα μάθημα, “γιατί σήμερα δεν υπάρχει στην αγορά ένα παιχνίδι που δείχνει την άλλη πλευρά του νομίσματος, που διδάσκει τι σημαίνει ένα λειτουργικό καπιταλιστικό σύστημα που βασίζεται στον υγιή ανταγωνισμό, όχι στα μονοπώλια;” Οι φοιτητές του πρότειναν να το φτιάξει ο ίδιος. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα της Anti-Monopoly, ένα παιχνίδι που θα ξεκινούσε εκεί όπου η Monopoly τελείωνε: το ταμπλό θα ήταν γεμάτο μονοπώλια και οι παίκτες θα ανταγωνίζονταν ποιος θα τα διαλύσει.

Ο Άνσπαχ έβαλε μπροστά το σχέδιο του και διαπίστωσε ότι η βιομηχανική παραγωγή παιχνιδιών δεν είναι παιχνίδι. Έμαθε για το κόστος των πρώτων υλών (πιόνια, ζάρια, ταμπλό, συσκευασία), το πότε ένα παιχνίδι πρέπει να βγει στην αγορά (λίγο πριν τα Χριστούγεννα), και άλλα πολλά που κρύβονται πίσω από τις πολύχρωμες συσκευασίες. Όταν η πρώτη παρτίδα της βάσης του παιχνιδιού βγήκε από έναν ελαττωματικό εκτυπωτή με στίγματα και δεν υπήρχε χρόνος για επανεκτύπωση, ο Άνσπαχ πέρασε ένα τριήμερο υπογράφοντας χιλιάδες τέτοιες βάσεις τις οποίες προώθησε στην αγορά ως κομμάτια συλλεκτικής αξίας.

Η επιχείρηση Anti-Monopoly είχε μόλις καταφέρει να σταθεί στα πόδια της, όταν ο Άνσπαχ έλαβε από την Πάρκερ Μπράδερς ένα εξώδικο: τον κατηγορούσε για παραβίαση πνευματικής ιδιοκτησίας και του ζητούσε να αποσύρει το παιχνίδι, να παραδώσει τις μήτρες εκτύπωσης και να δημοσιεύσει μια δήλωση συγγνώμης στον τύπο.

Η Πάρκερ Μπράδερς ισχυρίστηκε ότι οι καταναλωτές μπορεί να μπέρδευαν την Anti-Monopoly με τη Monopoly κι ότι η ιδέα και το όνομα της τελευταίας της ανήκε, διότι είχε αγοράσει τα δικαιώματα από τον εφευρέτη της, τον Τσαρλς Ντάροου. Σύμφωνα με την επίσημη ιστορία της εταιρείας, ο Ντάροου ήταν ένας πωλητής από τη Φιλαδέλφεια που είχε χάσει τη δουλειά του στο κραχ του 1929. Αντί να το βάλει κάτω, έστιψε το μυαλό του και δημιούργησε το πιο επιτυχημένο παιχνίδι στον κόσμο. Το πήγε στην Πάρκερ Μπράδερς, η οποία αρχικά το απέρριψε (του βρήκε 52 βασικά λάθη) αλλά άλλαξε γνώμη όταν ο Ντάροου το έβγαλε μόνος του στην αγορά και οι παραγγελίες από τα καταστήματα άρχισαν να πέφτουν βροχή. “Ήταν μια κλασσική αμερικανική ιστορία επιτυχίας βασισμένη στο Μεγάλο Εφευρέτη”, λέει ο Άνσπαχ. “Ήταν το αμερικανικό όνειρο”.

3.

Η πρώτη ρωγμή στην ιστορία δημιουργήθηκε όταν ο Άνσπαχ βρισκόταν καλεσμένος σ'ένα τηλεοπτικό στούντιο για να παρουσιάσει την Anti-Monopoly και να εξηγήσει τη διαμάχη του με την Πάρκερ Μπράδερς. Μια τηλεθεάτρια τηλεφώνησε και είπε ότι η εταιρεία είναι η τελευταία που πρέπει να μιλά για πνευματικά δικαιώματα, διότι δεν της ανήκουν. Γνώριζε, είπε, ανθρώπους που έπαιζαν το παιχνίδι δεκαετίες πριν κυκλοφορήσει στο εμπόριο – ο Ντάροου δεν ήταν εφευρέτης, αλλά απατεώνας.

Μετά το τηλεφώνημα, ο Άνσπαχ ανέλαβε καθήκοντα ντετέκτιβ. Όργωσε τη χώρα και μίλησε σε ηλικιωμένους ανθρώπους, θυμωμένους ακόμη με το Ντάροου, που έβγαλαν από μπαούλα τους πανιά ζωγραφισμένα με τετραγωνάκια και ονόματα δρόμων, φυλακές, και σιδηροδρομικούς σταθμούς. Σιγά σιγά τα κομμάτια του παζλ ενώθηκαν. Σύμφωνα με την ιστορία που ανακάλυψε ο Άνσπαχ, μια γυναίκα, η Ελίζαμπεθ Μάγκι, είχε δημιουργήσει στις αρχές του αιώνα μια πρώτη μορφή του παιχνιδιού, “Το παιχνίδι των γαιοκτημόνων”. Το παιχνίδι έγινε δημοφιλές στα πανεπιστήμια και σύντομα παραλλαγές του διαδόθηκαν στις πόλεις με την ονομασία “monopoly”. Την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης παιζόταν με μανία από μια κοινότητα κουακέρων στο Ατλάντικ Σίτι του Νιου Τζέρσι (τα διάσημα ονόματα δρόμων της Monopoly είναι υπαρκτά τοπωνύμια του Ατλάντικ Σίτυ εκείνης της εποχής). Από εκεί το αντέγραψε κάποιος Τσαρλς Ροθ, το πήρε μαζί του στη Φιλαδέλφεια, και το έδειξε σ'έναν γνωστό της γυναίκας του, τον Τσαρλς Ντάροου. Ο Ντάροου ενθουσιάστηκε: έπαιξε ξανά και ξανά, επιμένοντας ιδιαίτερα στις λεπτομέρειες, και στο τέλος ζήτησε ένα αντίγραφο της βάσης και των οδηγιών. Στη συνέχεια προσέλαβε έναν γραφίστα που σχεδίασε τα διάσημα πια γραφικά της βάσης και κατοχύρωσε τα δικαιώματα του παιχνιδιού.

Η Πάρκερ Μπράδερς, λέει ο Άνσπαχ, γνώριζε ότι το παιχνίδι ήταν κλεμμένο, αλλά αυτό δεν την εμπόδισε να αγοράσει τα δικαιώματα, εξασφαλίζοντας την αποκλειστική εμπορική εκμετάλλευση του παιχνιδιού. “Ήταν ο μόνος τρόπος να μονοπωλήσουν το παιχνίδι”, λέει ο Άνσπαχ. “Κανονικά η Monopoly θα έπρεπε να γράφεται με πεζό αρχικό γράμμα: “monopoly”, σαν το σκάκι ή το φιδάκι. Ο καθένας μπορεί να κυκλοφορήσει ένα παιχνίδι σκάκι ή φιδάκι, όπως θα έπρεπε να μπορεί να κυκλοφορήσει τη monopoly, αν δεν το απαγόρευε η εταιρεία διεκδικώντας δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας”.

Το μονοπώλιο της Monopoly έσωσε την Πάρκερ Μπράδερς από τη χρεωκοπία και την ανέδειξε σε μια από τις μεγαλύτερες παιχνιδοβιομηχανίες του κόσμου. Πρόκειται δηλαδή για άλλο ένα παράδειγμα της “σκοτεινής πλευράς του καπιταλισμού”, όπως ονομάζει ο Άνσπαχ τα μονοπώλια. “Η αρχική ιδέα του κόπιράιτ”, λέει, “ήταν σωστή: η κυβέρνηση βάζει περιορισμούς στην ελεύθερη αγορά για να ενθαρρύνει την εφευρετικότητα. Αλλά οι οικονομολόγοι της Δεξιάς, με προεξάρχουσα τη νεοφιλελεύθερη Σχολή του Σικάγο και τον Μίλτον Φρίντμαν επέκτειναν τον αρχικό στόχο του νομοθέτη έτσι που τώρα τα πνευματικά δικαιώματα έχουν γίνει απλώς εργαλεία εκμετάλλευσης στα χέρια των μεγάλων επιχειρήσεων. Το βλέπουμε στο παράδειγμα των φαρμακοβιομηχανιών που έχουν τις πατέντες των φαρμάκων για το AIDS και δεν επιτρέπουν στις χώρες της Αφρικής να τα παράγουν. Το βλέπουμε στο σόφτγουεαρ. Πώς κάποιος σαν τον Μπιλ Γκέιτς γίνεται δισεκατομμυριούχος; Επειδή πήρε το κόπιράιτ των εφευρέσεών του και όλος ο κόσμος πρέπει να του πληρώνει δικαιώματα χρήσης”.

4.

Με την Anti-Monopoly ο Άνσπαχ θέλησε να φτιάξει ένα παιχνίδι που μέσα από τη διασκέδαση δίνει στον κόσμο να καταλάβει τη λογική του αντιμονοπωλιακού κινήματος, ένα παιχνίδι, λέει, που δεν θα ντρεπόταν να παίζει ο Άνταμ Σμιθ. Μα ο Σμιθ δεν είναι υπέρμαχος του νεοφιλελευθερισμού; Ο Άνσπαχ μιλά για άλλη μια παραχάραξη της ιστορίας. “Αν διαβάσει κανείς πραγματικά τον Σμιθ”, λέει, “θα καταλάβει ότι απεχθανόταν τις ύπουλες πρακτικές των επιχειρήσεων, όπως τα μονοπώλια, περισσότερο από ότι απεχθανόταν το κράτος. Το έργο του ήταν αντι-ιμπεριαλιστικό, αντι-αποικιοκρατικό και εναντίον της εκμετάλλευσης της εργασίας. Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δεν τον διαβάζει κι έτσι οι οπαδοί του έβγαλαν από το έργο του ό,τι συμπέρασμα ήθελαν. Τα κόκαλά του θα τρίζουν στον τάφο του”.

Το πρόβλημα για τον Άνσπαχ ήταν ότι, αν λίγοι κατάλαβαν πραγματικά το Σμιθ, ακόμη λιγότεροι κατάλαβαν πραγματικά την Anti-Monopoly. Ο κόσμος έπαιζε το παιχνίδι σαν να παίζει κανονική monopoly και ο Άνσπαχ βρέθηκε να απαντά σε ερωτήσεις μπερδεμένων παικτών: - “Και τώρα που αγόρασα την Εγκσον, τι θα κάνω;” - “Μα δεν αγόρασες την Έγκσον, της έκανες μήνυση για να τη σταματήσεις από το να συνάψει τραστ!”. Τελικά ο Άνσπαχ σχεδίασε μια δεύτερη εκδοχή του παιχνιδιού, αυτή που κυκλοφορεί σήμερα και ο ίδιος ισχυρίζεται ότι πάει καλά (από πέρσι που κυκλοφορεί σε χώρες της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, πούλησε περισσότερα από 60.000 κομμάτια): στην αρχή οι παίκτες χωρίζονται σε αυτούς που προσπαθούν να φτιάξουν μονοπώλια και σε όσους προσπαθούν να τα σπάσουν. “Είναι μια μεταφορά”, λέει ο Άνσπαχ, “της μάχης μεταξύ ενός δίκαιου οικονομικού συστήματος και ενός συστήματος που είναι άδικο και άνισο. Παίζεται σαν τη monopoly, με μια σημαντική διαφορά: ξέρεις ποιοι είναι οι καλοί και ποιοι οι κακοί”.

Άλλωστε τα πρώτα χρόνια η monopoly παιζόταν ως παρωδία του συστήματος των μονοπωλίων. Αυτή είναι μια από τις πολλές ειρωνείες αυτής της ιστορίας. Οι φοιτητές και καθηγητές που πρωτοέπαιξαν το παιχνίδι ήταν εναντίον των μονοπωλίων. Μάλιστα, ένας από τους πιο ριζοσπάστες καθηγητές των ΗΠΑ, ο Σκοτ Νίαρινγκ (εμφανίζεται στην ταινία “Οι Κόκκινοι” του Ουόρεν Μπίτι) το χρησιμοποιούσε για να διδάξει οικονομική ιστορία στους φοιτητές του. “Είναι το ίδιο με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια βίας”, λέει ο Άνσπαχ. “Παίρνεις το ρόλο ενός ψυχρού εκτελεστή αλλά γνωρίζεις ότι οι εκτελεστές δεν είναι αποδεκτοί στην κοινωνία. Οι πρώτοι παίκτες της monopoly γνώριζαν ότι οι νικητές είναι οι κακοί. Αργότερα, στη Μεγάλη Ύφεση, η monopoly πήρε μια διάσταση φαντασίωσης ως αντίδοτο στη φτώχεια. Όταν πια το παιχνίδι κυκλοφόρησε από την Πάρκερ Μπράδερς, ο αρχικός στόχος είχε χαθεί τελείως».

Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ επικύρωσε την ιστορία του Άνσπαχ στα μέσα της δεκαετίας του '80 και η Πάρκερ Μπράδερς (σήμερα είναι θυγατρική της πολυεθνικής Χάσμπρο) επαναδιατύπωσε κάποια σημεία της ιστορίας της. Αλλά η ιστορία του ενός και μοναδικού εφευρέτη της Monopoly ακόμη πιάνει στον κόσμο, ίσως διότι, σύμφωνα με την εξήγηση του Άνσπαχ, είναι πολύ ελκυστική. Τον ρωτώ τι έμαθε όλα αυτά τα χρόνια για τον τρόπο που γράφεται η ιστορία. “Η ψευδής εκδοχή της ιστορίας”, λέει, “παίρνει ένα στοιχείο που ίσως έχει μια δόση αλήθειας και στη συνέχεια το διαστρεβλώνει εντελώς. Πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός, διότι από τη στιγμή που μια πλαστή εκδοχή υπερισχύει, είναι δύσκολο να αποδείξεις ότι είναι λάθος. Ξέρετε, μεγάλωσα στη Γερμανία. Μια από τις σημαντικότερες μάχες του Α' Παγκοσμιου Πολέμου τα γερμανικά εγχειρίδια την αναφέρουν ως γερμανική νίκη, τα αγγλικά ως αγγλική. Πρόκειται για το ίδιο πράγμα”.

-*-