13/6/11

Θόδωρος Αντωνίου: Στόχος δεν είναι να ακούνε όλοι Σένμπεργκ, αλλά να έχουν επιλογές

[Εψιλον, 9/4/06]

Του τυχαίνει συχνά, όταν συστήνεται ως μουσικός, να τον ρωτούν σε ποιο κέντρο εμφανίζεται. Να λύσουμε την παρεξήγηση. Ο Θόδωρος Αντωνίου δεν εμφανίζεται σε κέντρο. Εμφανίζεται στο Μέγαρο, που το φθινόπωρο τον τίμησε για τα 70στά γενέθλιά του με μια συναυλία έργων του* στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης, που πρόσφατα τον ανακήρυξε «διακεκριμένο καθηγητή» του* στην Πειραματική Σκηνή της Λυρικής, της οποίας έχει αναλάβει διευθυντής* και σε σημαντικές αίθουσες συναυλιών σε όλο τον κόσμο, εκεί που μουσική δεν είναι μόνο το τελευταίο χιτ της Άννας Βίσση ή της Μαντόνα.


Μερικοί τον θεωρούν το μεγαλύτερο εν ζωή Έλληνα συνθέτη σοβαρής μουσικής, αυτής που στην Ελλάδα λέμε, λανθασμένα, κλασσική. Ο Λέοναρντ Μπέρνστάιν, δάσκαλος και φίλος του (όπως και ο Καρλ Ορφ των «Κάρμινα Μπουράνα»* ο Σέργκεϊ Οζάουα, επί 30 χρόνια διευθυντής της Συμφωνικής της Βοστόνης* ο Ολιβιέ Μεσσιάν, που επηρέασε όσο λίγοι τη σύγχρονη μουσική με το «Κουαρτέτο για το τέλος του χρόνου», γραμμένο σε στρατόπεδο συγκέντρωσης), το διατύπωσε καλύτερα σε μια συστατική επιστολή: «Ό,τι είναι καλό για τον Αντωνίου, είναι καλό για τη μουσική».

Ακόμα καλύτερη είναι η αφιέρωση μιας φωτογραφίας τους, που τώρα βρίσκεται στο σαλόνι του Θόδωρου Αντωνίου στην Αθήνα: “στον αγαπητό μου φίλο και συνάδελφο / (phoni megali) / Θεόδωρο τον Μέγα”.

____________

Γιατί σας λέει “Phoni megali”;

Το πήρε από το στίχο της Καραγκούνας “κι έβγαλε φωνή μεγάλη”... Του άρεσαν πολύ οι ελληνικοί ρυθμοί, τα εννέα όγδοα, τα ζεϊμπέκικα, και μάλιστα και στη μουσική του μεταχειρίζεται τέτοιους ρυθμούς. Όταν είχε έρθει το '85 στην Αθήνα για την Πολιτιστική Πρωτεύουσα που οργάνωσε η Μελίνα, ήθελε να πάει ν'ακούσει λαϊκά. Πήγαμε λοιπόν στις ταβέρνες της Πλάκας, και μάλιστα σηκώθηκε και χόρεψε καλαματιανό. Ήταν πολύ εξωστρεφής, εκρηκτική προσωπικότητα, και υπερβολικά συναισθηματικός. Εκεί εμπνεύστηκε κι ένα ποίημα για τη Μελίνα, με την οποία ήταν φίλοι και είχαν συνδεθεί ιδιαίτερα στον αντιδικτατορικό αγώνα. Της το διάβασε στη δεξίωση το βράδυ: “Μελίνα μου που είσαι σαν την Πλάκα, θεσπέσια και συγχρόνως λαϊκή”. Κάπως έτσι.

Εσείς ακούτε λαϊκά;

Βεβαίως. Τρέφω μεγάλο σεβασμό για ένα ωραίο τραγούδι, είτε λαϊκό είτε έντεχνο. Στο είδος του κάθε δημιούργημα μπορεί να είναι αξιόλογο. Ένα δημοτικό τραγούδι μπορεί να έχει μεγαλύτερη αξία από μια κακή συμφωνία. Η μουσική είναι μία. Το ζήτημα είναι να υπάρχουν επιλογές. Ο Ρουβάς ή ο Νταλάρας είναι ο καθένας πολύ καλός στο είδος του, αλλά είναι σημαντικό μια κοινωνία να διαθέτει την υποδομή και να μπορεί να προβάλει σοβαρά όλο το μουσικό φάσμα. Οι Γερμανοί, για παράδειγμα, έχουν την ελαφρά μουσική, που δεν είναι η καλύτερη του κόσμου, αλλά έχουν και 70 όπερες, 10.000 χορωδίες, 100 συμφωνικές ορχήστρες.

Πώς βλέπετε το δόγμα του κ. Τατούλη ότι πρέπει το κοινό, και όχι το κράτος, να αποφασίζει ποιος καλλιτέχνης θα αναδειχτεί;

Αν και δε γνωρίζω την ακριβή διατύπωσή και το πλαίσιο στο οποίο διατυπώθηκε, νομίζω ότι είναι μια άποψη που, για να λειτουργήσει θετικά, χρειάζεται ακριβώς και μια άλλου είδους υποδομή. Ένα κοινό χωρίς επιλογές, με ποια γνώση ν'αποφασίσει; Το έχουμε εθίσει σε συγκεκριμένα ακούσματα και φυσικά θα ζητήσει μια από τα ίδια. Ο αντικειμενικός σκοπός δεν είναι να πάμε τον κόσμο στον Σένμπεργκ, είναι να του δώσουμε επιλογές. Κι ακόμη, δεν είναι σωστό να κρίνουμε ανάλογα με την εμπορικότητα. Δηλαδή δεν πρέπει να τυπώνεται μια ποιητική συλλογή του Ελύτη που πουλάει μόνο 5.000 αντίτυπα, και πρέπει να τυπώνεται μόνο το Playboy;

Εσείς, όταν συνθέτετε, έχετε στο μυαλό σας το μεγάλο κοινό;

Όλοι θα θέλαμε να είμαστε διάσημοι και να γεμίζουμε τα στάδια. Αλλά το να γράψω ένα έργο μόνο και μόνο για να αρέσω, δεν είναι εύκολο, ακόμα και αν ξέρω την τεχνική. Ο τίμιος δημιουργός δεν μπορεί να γράψει κάτι που δεν θα άκουγε ο ίδιος. Δεν έχω επομένως άλλο τρόπο να κάνω μουσική παρά μόνο τον δικό μου. Αν συμπτωματικά αρέσει κιόλας, τόσο το καλύτερο. Μήπως το ξέρει κανείς το κοινό; Εγώ έκανα μια εκτέλεση έργου μου στο Ντάρμστατ, τη Μέκκα της σύγχρονης μουσικής, και το θεώρησαν πολύ συντηρητικό έργο. Και για το ίδιο έργο στο Σολτ Λέικ Σίτι, μια συντηρητική κοινωνία, μου έγραφαν έξω από το γραφείο ότι ήταν “μουσικός βανδαλισμός”.

Πολλοί λένε ότι το ρόλο του Υπουργού Πολιτισμού παίζει εδώ και χρόνια ο κ. Λαμπράκης.

Ανεξάρτητα από τις προσωπικές του καλλιτεχνικές προτιμήσεις, ο Λαμπράκης υποστηρίζει προγράμματα, που θα ήταν δύσκολο να πραγματοποιηθούν αλλού. Ανέβασε τον πήχη, αισθητικά και καλλιτεχνικά, πολύ ψηλά. Συγχρόνως γνωρίζει την πραγματικότητα και προσπαθεί να κρατάει ισορροπίες. Εγώ λέω, αντί να κατηγορούμε το Λαμπράκη, να ευχόμαστε νά'χαμε άλλους εκατό Λαμπράκηδες.

Δεν σας ενοχλεί ότι δεν δίνονται χρήματα για να στεγαστεί αξιοπρεπώς η Λυρική, ενώ επιχορηγείται το Megaron Plus;

Κατ΄αρχήν το πρόγραμμα του Μεγάρου είναι πολιτιστικά και εκπαιδευτικά πολύ σοβαρό. Το Μέγαρο κάνει τη δουλειά του και η υποχρέωση του κράτους είναι να στηρίζει ανάλογα προγράμματα. Αυτό δεν το απαλλάσσει από την υποχρέωσή του να υποστηρίξει τη Λυρική. Η Λυρική δικαιούται και αξιοπρεπές κτήριο, και μεγάλο και έγκαιρο προϋπολογισμό, ώστε να προγραμματίζει εκδηλώσεις από νωρίς, όπως κάθε σοβαρός καλλιτεχνικός οργανισμός στον κόσμο, αλλά και αναδιάρθρωση. Πόσους έχει προσωπικό; Πόσους χρειάζεται; Πόσοι πληρώνονται για να κάθονται; Μιλάμε λοιπόν για μια άστεγη και προβληματική όπερα, όταν οι γείτονές μας έχουν πολλές. Και να ήταν μόνο η Λυρική; Όταν η Κρατική Ορχήστρα, με ιστορία πολλών δεκαετιών, δεν έχει ούτε καν αίθουσα δοκιμών και αναγκάζεται να μετακινείται καθημερινά για να βρει έναν ο χώρο να κάνει πρόβα, τι άλλο να πω; Δηλαδή, γιατί τη θέλω την ορχήστρα; Για να μου λένε ότι έχω μια ορχήστρα;

Οι χορηγίες είναι λύση;

Μπορούν να βοηθήσουν, αν διευκολυνθούν από τους κατάλληλου νόμους και βρουν ενθάρρυνση από την πολιτεία. Αλλά και οι επιχειρήσεις πρέπει να καταλάβουν ότι η χορηγία δεν είναι διαφήμιση. Με τη χορηγία χτίζεις μια εικόνα μακροπρόθεσμα και επιπλέον επιχορηγείς τον πολιτισμό. Εδώ επιχορηγούν πρόσωπα που δεν έχουν ανάγκη τέτοιας στήριξης λόγω της εμπορικότητάς τους. Επιχορηγούν σταρ αμφιβόλου ποιότητας, και δεν επιχορηγούν τη Δόμνα Σαμίου. Πως μπορεί έτσι να βοηθηθεί η εξέλιξη ενός πολιτισμού;

Μήπως χρειάζεται να φέρουμε διάσημους μουσικούς και μαέστρους από το εξωτερικό, ώστε οι ορχήστρες να προσελκύουν κόσμο;

Αυτό θα είναι πολύ καλό, αρκεί να τους διαθέτουν και τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Τους καλούμε για να αξιοποιήσουν τα προσόντα, τη πείρα τους και τη διεθνή του προβολή και όχι για να τους «αδειάσουμε» και να τους εξαναγκάσουμε σε παραίτηση.

Το μάθημα της μουσικής στα σχολεία δίνει επιλογές;

Μα κι εδώ τα πράγματα γίνονται λάθος. Πρέπει πρώτα να καθορίζεται τι είναι αναγκαίο, τι θα αναβαθμίσει την παιδεία, και μετά να αναζητείται το ανάλογο διδακτικό προσωπικό. Ενώ χρειαζόμαστε δασκάλους μουσικής στα Δημοτικά και τα Γυμνάσια, βγάζουμε διακόσιους μουσικολόγους και συνθέτες. Πόσοι απ'αυτούς θα στραφούν στη θεωρία και τη σύνθεση; Δέκα; Είκοσι; Οι υπόλοιποι θα πάνε να διδάξουν χωρίς να έχουν προετοιμαστεί να μιλήσουν απλά και εκλαϊκευμένα σ'ένα παιδί, να παίξουν με τους ήχους. Είναι μεγάλο θέμα και θα χρειαζόμασταν μια ξεχωριστή συζήτηση γι΄αυτό.

Βάζετε τον εαυτό σας ανάμεσα στους μεγάλους της ελληνικής μουσικής;

Δεν θα μπορούσα να το κάνω τόσο για λόγους αρχής, αλλά και διότι δεν έχει αξία το τι λέω εγώ. Πολλοί συνάδελφοι θριαμβολογούν: «έγραψα ένα φοβερό έργο. Το εκπληκτικότερο του καιρού μου»! Ως πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών ακούω πολλά τέτοια. Πρέπει να είμαστε σεμνοί.

Δεν είναι ανάγκη του δημιουργού να αναγνωρίζεται το έργο του;

Κοίταξε, εγώ έχω μικρότερη ιδέα για τον εαυτό μου, απ 'ό,τι έχουν οι άλλοι για μένα. Όταν μου λένε ένα καλό λόγο, είναι σαν ένα δώρο. Δε το περιμένω. Έτσι τουλάχιστον, δεν θεωρώ ότι είμαι παραγνωρισμένος. Τέτοιου είδους ψυχολογικά προβλήματα και ανασφάλειες ευτυχώς τις απέφυγα από μικρός.

Προέρχεστε από μουσική οικογένεια;

Όχι. Η μόνη μου επαφή με τη μουσική ήταν η κιθάρα που έπαιζε ο πατέρας μου και το πιάνο της θείας μου, όταν ήμουν σχεδόν βρέφος. Θυμάμαι όμως με πολύ συγκίνηση την πρώτη φορά που άκουσα όπερα, όταν ήμουν 6 χρονών. Ο πατέρας μου είχε σκοτωθεί στον πόλεμο ένα χρόνο πριν. Η μάνα μου έπεσε στο μεροκάματο για να με ζήσει. Μια μέρα, με ντύνει με τα καλά μου, με πάει στο Φλόκα, τότε ήταν δίπλα στου Ζόναρς στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού. Μου παραθέτει τέιον με μπισκότα και μετά με πάει στη Λυρική Σκηνή ν'ακούσω όπερα. Μια γυναίκα, που από όπερα δεν ήξερε τίποτα, μόνο ό,τι είχε ακούσει από πελάτισσές της που έραβε. Έδωσε λοιπόν ολόκληρη τη σύνταξη που είχε πάρει σε μια ημέρα. Τότε στο Φλόκα πήγαινε μόνο η υψηλή κοινωνία και οι Γερμανοί. Η Λυρική δεν είχε κλείσει. Την κρατούσαν οι Γερμανοί ανοιχτή. Και έτσι άκουσα για πρώτη φορά όπερα. Θα πρέπει να ήταν οι Μποέμ του Πουτσίνι, γιατί θυμάμαι τη φράση “πού είναι το κλειδί; – πού είναι το κλειδί;”

Έχετε βάλει με τον εαυτό σας κάποιο στοίχημα για το μέλλον;

Τίποτα. Το μόνο στοίχημα είναι να καταφέρω να μεταδώσω στις νεότερες γενιές ό,τι είναι αξιόλογο από αυτό που έμαθα και να είμαι χρήσιμος άνθρωπος. Ξέρω τουλάχιστον ότι μια ομάδα ανθρώπων ανά τον κόσμο βγήκαν από μένα σωστοί επαγγελματίες. Όχι μόνο ότι έμαθαν την τεχνική της σύνθεσης, αλλά ότι είναι και ιδεολογικά σωστοί, έχουν ήθος.

Τι λέτε, θ'αλλάξουν τα πράγματα στη μουσική;

Η μόνη ελπίδα ν'αλλάξουν τα πράγματα είναι η Παιδεία. Αλλά χρειάζεται χρόνος. Ίσως δεν θα γίνει όσο είμαι εγώ εν ζωή. Μπορεί όμως οι επόμενες γενιές θα μπορέσουν να βρουν μια καλύτερη, πιο ανθρώπινη και πνευματική κοινωνία. Και ασφαλώς μεγαλύτερους προϋπολογισμούς από το κράτος.

-*-