16/10/11

ΜΙΕΤ: Οι ξεχωριστές εκδόσεις ενός τραπεζικού ιδρύματος

[Εψιλον, 13/3/11]

Τα ονόματα Φερνάντ Μπροντέλ, Ερικ Χομπσμπάουμ και Ερνστ Γκόμπριτς είναι σήμερα πασίγνωστα σε όσους έχουν μιαν επαφή με τα γράμματα και τις τέχνες στην Ελλάδα· όταν όμως το Μορφωτικό Ιδρυμα της Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ) πρωτοκυκλοφόρησε κορυφαία έργα τους στα ελληνικά (του Χομπσμπάουμ το «Εποχή του κεφαλαίου 1848-1875» το 1994, μέρος της περίφημης τριλογίας του, του Μπροντέλ το «Μεσόγειος και ο μεσογειακός κόσμος την εποχή του Φιλίππου Β' της Ισπανίας» το 1991 και του Γκόμπριτς το «Χρονικό της Τέχνης» το 1998), λίγοι τούς ήξεραν, εκτός από τους ειδικούς.

 Οι συγκεκριμένες εκδόσεις είναι από τις πιο επιτυχημένες εμπορικά εκδόσεις του ΜΙΕΤ, με πρώτο το «Χρονικό της Τέχνης», που έχει κάνει 14 επανεκδόσεις σε 12 χρόνια, αλλά, εξαιτίας ακριβώς της εμπορικής τους επιτυχίας, δεν είναι πλήρως αντιπροσωπευτικές του εκδοτικού του προγράμματος. Το ίδρυμα, έχοντας στις πλάτες του τη στήριξη της Εθνικής Τραπέζης, έχει την πολυτέλεια να μη συναρτά την εκδοτική παραγωγή του κυρίως με εμπορικούς στόχους.

Ορος για να εκδώσει το ΜΙΕΤ ένα βιβλίο, πρωτότυπο ή μεταφρασμένο, είναι να μην εκδηλώσει ενδιαφέρον γι' αυτό άλλος εκδοτικός οίκος· σ' αυτήν την περίπτωση το ΜΙΕΤ αποσύρεται. Από κει και ύστερα, επιτροπές κορυφαίων επιστημόνων από τους αρμόδιους επιστημονικούς κλάδους, υπό την εποπτεία του Δ.Σ. του ιδρύματος, μελετούν τις προτάσεις και αποφασίζουν με πρωταρχικό κριτήριο το εξής: το βιβλίο πρέπει να προσθέτει κάτι σημαντικό στην εγχώρια επιστημο- νική βιβλιογραφία, ώστε να μπορεί να απευθυνθεί, εκτός από το καλλιεργημένο αναγνωστικό κοινό, και σε σπουδαστές, εν είδει πανεπιστημιακού συγγράμματος, ή σε ερευνητές, δίνοντάς τους, για παράδειγμα, τη δυνατότητα να βρουν σε ένα βιβλιοπωλείο της Ελλάδας βιβλία που υπήρχαν μόνο σε ελληνόγλωσσα τμήματα βιβλιοθηκών του εξωτερικού.

Τέτοια είναι η περίπτωση, ας πούμε, του έμμετρου ιστορήματος «Λίβιστρος και Ροδάμνη», που το ΜΙΕΤ κυκλοφόρησε σε δύο διασκευές, μία του 13ου και μία του 15ου αιώνα, στο πλαίσιο της σειράς Βυζαντινή και Νεοελληνική Βιβλιοθήκη. Ή η «Φιλοσοφική Γραμματική» του Βιτγκενστάιν, που κυκλοφόρησε σε μετάφραση και σχόλια του Κ. Κωβαίου στη σειρά Φιλοσοφία.

Αφού εγκριθεί μια πρόταση, ξεκινά μια απαιτητική και χρονοβόρα διαδικασία, που εξασφαλίζει όσο το δυνατόν καλύτερη ποιότητα στη μετάφραση ή στην επιμέλεια του ελληνόγλωσσου πρωτότυπου κειμένου και, όσον αφορά το τυπογραφικό σκέλος, την τεχνική και αισθητική αρτιότητα της έκδοσης. Με τους αργούς ρυθμούς που επιβάλλει η προσοχή στη λεπτομέρεια και η επιμονή στην ποιότητα, οι τίτλοι που έχει εκδώσει το ίδρυμα από το 1974, όταν άρχισε να λειτουργεί, φτάνουν τους περίπου 300, με μέση ετήσια παραγωγή των τελευταίων χρόνων τα 12 με 15 βιβλία.

Η πρώτη απόπειρα να δημιουργηθεί το ίδρυμα έγινε το 1966, όταν η Εθνική Τράπεζα γιόρταζε τα 125 χρόνια από την ίδρυσή της. Διοικητής της ήταν τότε, από διετίας, ο Γεώργιος Μαύρος, ο οποίος είχε την ιδέα να συσταθεί ένα μορφωτικό ίδρυμα που, ως σύγχρονος μαικήνας, θα προωθούσε τα γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες. Η σύνθεση του πρώτου διοικητικού συμβουλίου που ανέλαβε να καταστρώσει το πρόγραμμα των δραστηριοτήτων του ιδρύματος για τα επόμενα χρόνια ήταν εντυπωσιακή: οι κορυφαίοι πανεπιστημιακοί Ι. Κακριδής, Π. Πρεβελάκης, Λ. Πολίτης, ο πρέσβης Αγγ. Βλάχος, ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών Λ. Φιλιππίδης και ο πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Κων/νος Τσάτσος.

Η διεύθυνση του ιδρύματος ανατέθηκε σε ένα στέλεχος της τράπεζας που προερχόταν από το χώρο του βιβλίου, με μαθητεία κοντά στον εξαίρετο χαράκτη και σχεδιαστή βιβλίων Γιάννη Κεφαλληνό και με σημαντική θητεία στη διόρθωση και την επιμέλεια: ήταν ο Εμμανουήλ Κάσδαγλης που, με την ευρεία πνευματική του κατάρτιση και τη γνώση του κόσμου του βιβλίου, σφράγισε την πορεία του ΜΙΕΤ, μένοντας στη θέση του διευθυντή του μέχρι που πέθανε, το 1998.

Την εποχή της ίδρυσης του ΜΙΕΤ, το 1966, αποφασίστηκε να στεγαστεί στη σημερινή στέγη του στην Πλάκα, σε ένα κτήριο που ανήκε στην τράπεζα, ένα μισοερειπωμένο αρχοντικό της εποχής της Τουρκοκρατίας που κάποτε είχε φιλοξενήσει τον Αρειο Πάγο, αλλά το 1966 το κατοικούσαν φτωχές οικογένειες. Χρειάστηκαν δεκαοχτώ χρόνια για να μεταφερθούν οι οικογένειες αυτές σε άλλη κατοικία και να ολοκληρωθεί η πλήρης ανακαίνιση του διώροφου αρχοντικού, με την εσωτερική αυλή και την τζαμωτή γαλαρία του, που παραδόθηκε τελικά στο ίδρυμα το 1984.

Διάλειμμα στη λειτουργία του ΜΙΕΤ υπήρξαν τα χρόνια της δικτατορίας. Η χούντα απέλυσε τον Ε.Χ. Κάσδαγλη και αντικατέστησε όσα μέλη του Δ.Σ. δεν είχαν παραιτηθεί, αναστέλλοντας ουσιαστικά το έργο του. Με τη μεταπολίτευση, διευθυντής της Εθνικής Τραπέζης ανέλαβε ο Αγγελος Αγγελόπουλος, σημαντική μορφή της επιστήμης της Δημόσιας Οικονομίας, ο οποίος τοποθέτησε και πάλι τον Ε.Χ. Κάσδαγλη στη διεύθυνση του ΜΙΕΤ και αποκατέστησε το προδικτατορικό Δ.Σ., γεγονός που επικυρώθηκε με νομοθετική ρύθμιση από τον Γεώργιο Μαύρο, αντιπρόεδρο τότε της κυβέρνησης.

Κάποιοι που έχουν ασχοληθεί με την ιστορία του ΜΙΕΤ θεωρούν σημαντικό επίτευγμα εκείνης της περιόδου, που καθόρισε την πορεία του ιδρύματος, το γεγονός ότι εξασφαλίστηκε στο μέτρο του δυνατού η λειτουργική αυτονομία του από τη διοίκηση της τράπεζας. Το καταστατικό ορίζει, βέβαια, ότι πρόεδρος του Δ.Σ. του ΜΙΕΤ είναι ο διοικητής της Εθνικής Τραπέζης. Ομως, τόσο ο διευθυντής όσο και τα υπόλοιπα μέλη του Δ.Σ. δεν προέρχονται από τη διοίκηση, αλλά από το χώρο του πνεύματος, εξασφαλίζοντας ότι στο εκδοτικό πρόγραμμα και στις άλλες δραστηριότητες του ιδρύματος πρυτανεύει η βαθιά γνώση του αντικειμένου, όχι τεχνοκρατικά κριτήρια.

Κάποιοι, βέβαια, μπορεί να αναρωτηθούν αν ένα μορφωτικό ίδρυμα τράπεζας αποτελεί προσπάθεια διαφήμισης της τράπεζας, προπαγάνδισης των ιδεολογικών θέσεων του τραπεζικού κεφαλαίου ή αν, στην καλύτερη περίπτωση, προσφέρει άλλοθι σε δραστηριότητες που θεωρούνται ότι έχουν μικρή σχέση με τα γράμματα και τις τέχνες. Μία απάντηση πρέπει να αναζητήσουμε ακριβώς στη διοικητική αυτοτέλεια του ΜΙΕΤ, που του επιτρέπει να θέτει και να υπηρετεί τους δικούς του, ανεξάρτητους κατά το δυνατόν, στόχους.

Αλλωστε, ο σημερινός διευθυντής του ιδρύματος, ο Διονύσης Καψάλης, συνεχίζει την παράδοση του Ε.Χ. Κάσδαγλη, όντας ο ίδιος -από τη μια- συγγραφέας και μελετητής της ελληνικής φιλολογίας και -από την άλλη- γνώστης της εκδοτικής παραγωγής, δεδομένου ότι για χρόνια ήταν υπεύθυνος εκδόσεων στο Βιβλιοπωλείο της Εστίας. Μιαν άλλη, συναφή απάντηση δίνει, άλλωστε, το ίδιο το εκδοτικό έργο του ΜΙΕΤ, το οποίο διαπερνά τις στενές ιδεολογικές γραμμές με το εύρος και την ποιότητα των εκδόσεών του.

Υπάρχουν ωστόσο και κάποιοι που επισημαίνουν ότι τα τελευταία χρόνια έχει κάπως ατονήσει η έκδοση των μεγάλων, φιλόδοξων τίτλων που έδιναν άλλοτε τον τόνο στην εκδοτική παραγωγή του ΜΙΕΤ και έκαναν το όνομα του ιδρύματος συνώνυμο της σπουδαιότητας. Οχι ότι οι σημαντικοί τίτλοι απουσιάζουν από τον προγραμματισμό του ιδρύματος. Στο τυπογραφείο βρίσκονται σήμερα, για παράδειγμα, το έργο «Νατουραλισμός» του Κ.Θ. Δημαρά και το «The Age of Shakespeare» του κορυφαίου σεξπιρολόγου Φρανκ Κερμόντ· ετοιμάζονται ακόμη «Η φιλοσοφία του Διαφωτισμού» του Ερνστ Κασίρερ και το «Στοιχειώδεις μορφές του θρησκευτικού βίου: το τοτεμικό σύστημα στην Αυστραλία» του Εμίλ Ντιρκάιμ.

Ομως, στους πιστούς του ιδρύματος λείπουν οι μεγαλόπνοες σειρές, όπως η τετράτομη «Ιστορία της Φιλοσοφίας» από την Encyclopedie de la Pleiade, και δεν βρίσκουν όσο συχνά θα ήθελαν τίτλους του διαμετρήματος της «Ανάπτυξης της βιολογικής σκέψης» του Ερνστ Μάιρ που εκδόθηκε το 2008. Πολλές φορές, η δύναμη και η αδυναμία του εκάστοτε εκδοτικού προγράμματος ανά θεματικό κύκλο αντικατοπτρίζει αλλαγές στη σύνθεση της επιτροπής εκδόσεων.

Από την άλλη, πραγματοποιείται σήμερα ένα έργο κάπως αθόρυβο, που συνίσταται στην επανεξέταση και επανακυκλοφορία παλαιών εκδόσεων και στην επιδίωξη ακόμη μεγαλύτερης ποιότητας των μεταφράσεων και του κειμένου. Είναι ο συνδυασμός του εξαιρετικά φροντισμένου περιεχομένου, της αισθητικής αρτιότητας της έκδοσης και της σπουδαιότητας ενός έργου που έδωσε στο ΜΙΕΤ τη μοναδική του θέση στα εκδοτικά πράγματα της μεταπολίτευσης, θέση που, παρά τις όποιες αλλαγές στο ρυθμό του, διατηρεί και σήμερα.

____________

Το μη εκδοτικό έργο του ΜΙΕΤ

Το έργο του ΜΙΕΤ δεν περιορίζεται στο εκδοτικό του πρόγραμμα. Τμήμα του είναι επίσης το Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο, που έχει φωτογραφίσει σε μικροφίλμ περίπου 7.500 χειρόγραφα και 20 μεγάλα ιστορικά αρχεία μοναστηριακών και δημοτικών βιβλιοθηκών της Ελλάδας και του εξωτερικού, το Εργαστήριο Συντήρησης Χάρτινου Υλικού και το Αρχείο Χαρτογραφίας του Ελληνικού Χώρου, που στεγάζεται στο πολιτιστικό κέντρο του ΜΙΕΤ στην Αθήνα, στο Μέγαρο Εϋνάρδου, στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου. Λειτουργούν παράλληλα άλλα δύο πολιτιστικά κέντρα, ένα στη Θεσσαλονίκη και ένα στην Πάτρα. Από τον Οκτώβριο του 2009 τμήμα του ΜΙΕΤ αποτελεί το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ), που έχει στόχο τη διάσωση και έκδοση αρχειακού και έντυπου υλικού του 19ου και 20ού αιώνα από την ιστορική και πνευματική εξέλιξη της Ελλάδας.

Ολες οι εκδόσεις του ΜΙΕΤ διατίθενται, εκτός από τα βιβλιοπωλεία, σε πωλητήρια και βιβλιοπωλεία του ιδρύματος. Στην Αθήνα: στη Στοά του Βιβλίου (Πεσμαζόγλου 5), στο βιβλιοπωλείο του ΜΙΕΤ στην οδό Αμερικής 13 και στο Μέγαρο Εϋνάρδου, στο πλαίσιο των εκθέσεων που διοργανώνονται εκεί. Στη Θεσσαλονίκη: στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης (Βασιλίσσης Ολγας 108) και στο βιβλιοπωλείο του ΜΙΕΤ, στην οδό Τσιμισκή 11. Στα βιβλιοπωλεία του ΜΙΕΤ στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη διατίθενται, εκτός από τις εκδόσεις του ΜΙΕΤ, και οι εκδόσεις όλων των αξιόλογων μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων, οργανισμών και πανεπιστημίων, πολλές από τις οποίες είναι δυσεύρετες στα βιβλιοπωλεία.

-*-