16/10/11

Αντζελα Ισμαήλος: Για την μπαναλιτέ του Χόλιγουντ και το παιδικό ριζόγαλο στον Πειραιά

[w/e, Δεκέμβριος 2010]

Τελευταία, η Άντζελα Ισμαήλος μοιράζει το χρόνο της ανάμεσα στην Νέα Υόρκη και την Ελλάδα, προετοιμάζοντας το σενάριο και τα γυρίσματα της νέας της ταινίας που ξεκινούν το Μάρτιο στην Πάτμο. Στην προηγούμενη ταινία της, το ντοκιμαντέρ Μεγάλοι Σκηνοθέτες (Great Directors), μίλησε με δέκα σκηνοθέτες της Ευρώπης και της Αμερικής, που σφράγισαν την ιστορία αυτού που πολλοί κριτικοί αποκαλούν κινηματογράφο τέχνης. Η ταινία συμμετείχε στα Φεστιβάλ Κανών και Βενετίας και σύστησε την Άντζελα Ισμαήλος (κόρη ενός Έλληνα εφοπλιστή της παλιάς γενιάς και σύζυγος ενός εφοπλιστή της νεώτερης) στο σινεφίλ κοινό και στους δημοσιογράφους. Κάποιοι από αυτούς ανακάλυψαν όχι μόνο μια γυναίκα δοσμένη στην τέχνη από μικρή αλλά και μια γυναίκα που ζει στους υψηλούς καλλιτεχνικούς και κοσμικούς κύκλους της Νέας Υόρκης.

____________

Bλέπεις ταινίες του Χόλιγουντ;

Ποτέ. Ούτε στο αεροπλάνο, όταν ταξιδεύω. Δεν αντέχω την πεζότητά τους, την κακή αισθητική τους, την μπαναλιτέ τους. Σήμερα το Χόλιγουντ μελετά ποιο δημογραφικό κοινό θ’αγγίξει η ταινία για να κόψει εισιτήρια – είναι μια εμπορική εφαρμογή.

Ακόμα κι έτσι, μερικές φορές δεν περνάς ωραία;

Αν θέλεις να χαζέψεις ειδικά εφέ, εντάξει. Είναι μια διαφυγή. Το σέβομαι. Αλλά εγώ δεν αναζητώ τέτοιου είδους διαφυγή. Για να με αφορά ο κινηματογράφος, πρέπει να μην είναι μόνο διασκέδαση, αλλά να πλησιάζει το κινηματογραφικό δοκίμιο.

Tο Great Directors ήταν δοκίμιο;

Κάτι σαν δοκίμιο. Ήθελα να κάνω ένα μεγάλο ταξίδι με σκηνοθέτες που κάνουν κινηματογράφο τέχνης και απαντούν σε ερωτήματα όπως αν ο κινηματογράφος είναι τέχνη και αν ο σκηνοθέτης υποφέρει δημιουργικά. Οι απαντήσεις ποικίλλουν, γιατί οι σκηνοθέτες που διάλεξα έχουν διαφορετικές ηλικίες και κάνουν διαφορετικά είδη κινηματογράφου.

Τι τους δένει μαζί;

Ότι έκαναν ακριβώς τον κινηματογράφο που ήθελαν, χωρίς να συμβιβαστούν με εμπορικά συμβόλαια, κι ότι ζητούν από το κοινό, φεύγοντας από την αίθουσα, να σκεφτεί. Άρα το βοηθούν να ωριμάσει και ν’αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της ζωής.

Εσύ πώς βοηθάς το κοινό;

Εγώ, μέσα από τη δεύτερη ταινία μου και τις υπόλοιπες που θα κάνω, προετοιμάζω το κοινό ν’αντιμετωπίσει το θάνατο. Αν το σκεφτείς, ο θάνατος καθορίζει ποιοι είμαστε και πώς πορευόμαστε στη ζωή. Πώς αντιμετωπίζεις το θάνατο αγαπημένων προσώπων; Υπάρχει μετά θάνατον ζωή; Τι σημαίνει αθανασία; Όλα αυτά τα διαπραγματεύομαι στην ταινία. Για την άθεη ηρωίδα μου, ο θάνατος είναι το άλφα και το ωμέγα. Βρίσκεται λοιπόν σ’ένα νησί, όπου συναντά έναν ιερέα, δηλαδή κάποιον που αναζητά απαντήσεις στη θρησκεία, κι έναν τραυματισμένο ταυρομάχο, που έχει αποσυρθεί στο νησί για να σκεφτεί αν θα συνεχίσει τις ταυρομαχίες. Το βλέπεις, είναι πολύ συμβολικοί οι χαρακτήρες.

Ο κινηματογράφος είναι απάντηση στη ματαιότητα της ζωής;

Βεβαίως. Ο καλός κινηματογράφος, ως σύμπτυξη όλων των ειδών τέχνης, απαντά στη ματαιότητα της ζωής, γιατί έχει τη δυνατότητα ν’αγγίξει κάποιους ανθρώπους. Αν το καταφέρει, αφήνει κάτι πίσω.

Τι είναι πιο σημαντικό; Να κάνεις οικογένεια ή τέχνη;

Κάποτε η δασκάλα της όπερας μου είπε κάτι ακραίο: «Άντζελα, παιδιά κάνουν όλοι, καριέρα πολύ λίγοι». Την απάντηση ακόμα την αναζητώ. Αυτό σημαίνει ότι αμφισβητώ και το θεσμό της οικογένειας. Μπορεί να σε καλύψει συναισθηματικά, αλλά δεν φτάνει σήμερα για τη σύγχρονη γυναίκα.

Θα το ρωτήσω διαφορετικά, αν και άκομψα: τι είναι πιο δημιουργικό, να φέρεις στον κόσμο μια ταινία ή ένα παιδί;

Κοίταξε, το συναίσθημα που είχα την ημέρα που γέννησα δεν μου το έδωσε ούτε η ταινία ούτε η Βενετία ούτε το ρεντ κάρπετ. Εγώ όταν γέννησα έκανα να κοιμηθώ μια εβδομάδα από τη χαρά. Κοιτούσα συνέχεια το μωρό μου. Η γέννηση είναι το πιο μεγάλο θαύμα. Τίποτα δεν συγκρίνεται μαζί της. Κι έχει βέβαια μεγάλη δυσκολία, όπως και ο θάνατος.

Τι εννοείς;

Την ώρα που γεννάς, χάνεις την ανθρώπινη ιδιότητα και γίνεσαι ένα πληγωμένο ζώο. Το σώμα σου σε ορίζει, ο πόνος. Εγώ, παρόλο που είχα κάνει μαθήματα ανώδυνου τοκετού, ούτε τις αναπνοές θυμόμουν ούτε τίποτα. Η εξάσκηση δεν φτάνει γιατί εκεί υπάρχει κάτι που δεν ελέγχεις, υπάρχει το άλλο σώμα που προσπαθεί με μεγάλη δυσκολία να βγει από το δικό σου.

Νιώθουμε πληγωμένα ζώα και στον έρωτα;

Τον έρωτα έχω φτάσει στο σημείο να τον αμφισβητώ. Ερωτεύεσαι αυτό που σε κάνει να αισθάνεσαι καλά. Βγαίνεις βέβαια από τον εαυτό σου, αλλά τι συναντάς; Πάλι τον εαυτό σου και αυτό που παίρνεις γι’αντάλλαγμα. Νάτος δηλαδή πάλι ο εγωκεντρισμός. Ενώ εγώ προσπαθώ ν’απελευθερωθώ από τα πάθη μου μέσα από τη φύση, την τέχνη, το διαλογισμό, χωρίς να περιμένω ανταλλάγματα.

Κάνεις όνειρα για την κόρη σου; Την καθοδηγείς;

Θα ήθελα ν’ αποκτήσει ισορροπία και να βρει τον εαυτό της, όχι ν’ ακολουθήσει αυτό που η κοινωνία θεωρεί επιτυχία. Δεν μπορείς όμως να κάνεις πολλά, μόνο ν’ ανοίξεις το δρόμο στο παιδί και να βρίσκεσαι δίπλα του.

Εσύ ήθελες να κάνεις κινηματογράφο από μικρή;

Εμένα η μεγάλη μου αγάπη ήταν ο χορός. Ξεκίνησα χορό πολύ μικρή, στα έξι, και του αφοσιώθηκα. Κοιταζόμουν στον καθρέφτη και φανταζόμουν ότι γίνομαι κύκνος, μ’ έβλεπα πάνω στη σκηνή, ονειρευόμουν παραστάσεις. Η πρώτη μου παράσταση έγινε στο Βεάκειο, τότε λεγόταν Σκυλίτσειο. Καρυοθραύστης. Χόρεψα το πρώτο μου σόλο. Όταν τελείωσε η παράσταση, δεν ήθελα να πάω στα παρασκήνια, αλλά να κατέβω στην πλατεία να βρω το δάσκαλό μου να με συγχαρεί. Κι όπως περνούσα από τις θέσεις της πλατείας κι έψαχνα να βρω τους δικούς μου, ακόμα θυμάμαι τον κόσμο που μου έλεγε «κορίτσι μου μπράβο, μας συγκίνησες». Ήμουν δεκατεσσάρων χρονών. Ε, αυτό το φίντμπακ που παίρνεις από το κοινό, δεν θα το ξεχάσω ποτέ.

Γιατί δεν συνέχισες το χορό;

Δεν ήθελα να κάνω άλλο τη ζωή του χορευτή. Με τον επαγγελματικό χορό το σώμα καταπονείται. Στα δεκαοκτώ μου αποφάσισα ότι ήθελα να κάνω πνευματική εργασία, όχι να φορτώνω το σώμα μου και τη μέρα μου για μια παράσταση. Έτσι, με το που τελείωσα το σχολείο, αποφάσισα τι δρόμο θα πάρω και μπήκα στη Νομική. Καλύτερα, νόμιζα ότι αποφάσισα, γιατί άλλαξα και πάλι πορεία. Η Νομική μου άρεσε πολύ, αλλά δεν μπορούσα να με φανταστώ να πηγαίνω κάθε μέρα στην Ευελπίδων.

Πώς κατέληξες στον κινηματογράφο;

Μετά το πτυχίο, συνέχισα δεύτερο πτυχίο στο Πολιτικό της Νομικής για να πάρω κατεύθυνση Διεθνών Σχέσεων, αλλά δεν παρακολουθούσα τα μαθήματα, απλώς εμφανιζόμουν στις εξετάσεις. Ο αδερφός μου σπούδαζε τότε στη Νέα Υόρκη και είχα πάει να μείνω μαζί του. Εκεί ξανάρχισα χορό, ξεκίνησα ένα μεταπτυχιακό που δεν τελείωσα, μετά πήγα στο Λος Άντζελες ν’ ασχοληθώ με το τραγούδι και τελικά κατέληξα στο Χόλιγουντ να κάνω το βοηθό, τον καλιτεχνικό διευθυντή, χίλια δύο. Όμως, το Χόλιγουντ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 δεν ήταν σε καλή περίοδο, μεσουρανούσαν τα μπλόκμπάστερ. Έφυγα μετά από τρία χρόνια και γύρισα στη Νέα Υόρκη να κάνω τις δικές μου ταινίες.

Νιώθεις ότι άργησες να κάνεις την πρώτη σου ταινία;

Όχι. Πρέπει να ξεκινάς όταν νιώθεις έτοιμος. Μπορεί να είχα αρχίσει στα 25 και να σταματούσα στα 35, αν δεν ήμουν έτοιμη. Ενώ τώρα μπορεί να κάνω ταινίες μέχρι τα βαθιά γεράματα. Ποιος ξέρει; Δεν έχεις και ποτέ τη σωστή ηλικία. Στα 14 ήμουν πολύ μικρή για να κάνω φωνητική, στα 20 πολύ μικρή για να κάνω κινηματογράφο. Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε τα χρόνια, μόνο αυτό που έχουμε να κάνουμε.

Το ότι έζησες στο εξωτερικό ήταν καθοριστικό για την πορεία σου;

Κοίταξε, παρόλο που την Ελλάδα φέρω μέσα μου και είμαι ελληνίδα, η αλήθεια είναι ότι αν δεν είχα ζήσει στη Νέα Υόρκη, δεν θα είχα κάνει την ταινία. Οι ευκαιρίες μου δόθηκαν στην Αμερική. Όταν φεύγεις από τα σύνορα της οικογένειάς σου και μένεις μόνος σου στο εξωτερικό, αποκτάς δύναμη. Η ελληνική οικογένεια είναι πολύ συγκεντρωτική, θέλει τα παιδιά συνέχεια μαζί της. Εγώ τον έσπασα αυτόν τον κλοιό. Ήθελα ν’απελευθερωθώ, ήθελα να γνωρίσω.

Οι γονείς σου πώς αντιμετώπισαν αυτή την απελευθέρωση;

Δεν με σταμάτησαν ποτέ και σε τίποτα και τους το οφείλω. Ο πατέρας μου είχε το όραμα να καταλάβει ότι αυτά που θέλω, θα τα πετύχω περνώντας τον Ατλαντικό. Του χρωστάω άλλωστε τις πρώτες μου επισκέψεις στα θερινά σινεμά της Αθήνας και μια ολόκληρη στάση ζωής που έχει να κάνει με το ρομαντισμό εκείνης της εποχής. Όταν πήγαινα να τον επισκεφτώ στο γραφείο του στον Πειραιά, ήξερα τον μπακάλη, το φαρμακοποιό, το μανάβη, τους βαρκάρηδες στο λιμάνι. Είχα σχέσεις μαζί τους, μου έλεγαν ιστορίες. Καθόμουνα στον κύριο Θωμά κι έφτιαχνε ριζόγαλο η γυναίκα του. Ο μανάβης μου έλεγε από πού έρχονται τα φρούτα. Σήμερα έχουν χαθεί αυτά. Η κόρη μου πάει να ψωνίσει με το αυτοκίνητο σ’ένα σούπερ μάρκετ των προαστίων, όπου δεν γνωρίζει κανέναν.

Όταν επιστρέφεις στην Ελλάδα από το εξωτερικό, τι είναι το πρώτο που προσέχεις;

Ότι δεν ακολουθούμε κανόνες. Βλέπεις μιαν αυθάδεια στην Ελλάδα που δεν βλέπεις στην Αμερική. Μ’ αρέσουν η αυθάδεια και η επαναστατικότητα, αρκεί να συνοδεύονται από σκέψη και γνώση, αλλιώς δεν οδηγούν πουθενά, είναι σπατάλη. Εγώ λέω πάντα στους νέους να βγαίνουν από την καθημερινότητά τους. Να πηγαίνουν σε βιβλιοθήκες, σε μουσεία, ν’ακούνε κλασική μουσική. Βοηθάει να κάνεις διαφορετικά πράγματα.

Η οικονομική επιφάνεια επηρέασε τον τρόπο που κάνεις κινηματογράφο;

Τα χρήματα μου έδωσαν την ευκαιρία να σπουδάσω στο εξωτερικό, αλλά αυτή την ευκαιρία την έχουν πια πολλοί. Τι σημαίνει αυτό; Κι αν έχω τη δυνατότητα ν’αγοράσω ένα σπίτι που μου δίνει τη δυνατότητα να ατενίζω από ψηλά τον εθνικό κήπο, αυτό καθόλου δεν αφορά ποια είμαι στην πραγματικότητα και τι κάνω. Βέβαια, το ποιος είσαι, πώς έχεις μεγαλώσει, ποιος ήταν ο πατέρας σου, το φαγητό της μητέρας σου, οι μυρωδιές της παιδικής σου ηλικίας, το σχολείο, όλα αυτά σε καθορίζουν. Ο Γκοντάρ θα έκανε τον ίδιο κινηματογράφο αν δεν ήταν Γάλλος; Αν ο Πικάσο είχε γεννηθεί στο Βέλγιο, θα ήταν ο Πικάσο; Σημασία όμως έχει ότι αγαπώ τους ανθρώπους και ότι συνδέομαι μαζί τους. Είναι το μόνο πράγμα που μετράει, είτε είσαι πλούσιος είτε φτωχός.

Κολακεύτηκες από την κάμερα; Κάποιοι σου κάνουν κριτική ότι εμφανίζεσαι περισσότερο απ’όσο πρέπει στην ταινία.

Πριν στείλω την ταινία στις Κάνες και τη Βενετία, την έδειξα σε πολλές συγκεντρώσεις φίλων. Αναγκάστηκα να μειώσω το χρόνο που εμφανίζομαι, παρόλο που κάποιοι με ήθελαν ακόμη περισσότερο μέσα στην ταινία. Σε άλλους άρεσε, σε άλλους όχι. Ήταν όμως αργά για να κολακευτώ. Έχω κολακευτεί πολύ στο παρελθόν, δεν με αφορά πια. Ξέρω ότι η εμφάνιση και η πνευματικότητα θεωρούνται αντιφατικά στοιχεία κι έχω μάθει να ζω μ’αυτό. Με προβληματίζουν άλλα, όχι ν’απαντήσω γιατί εμφανίζομαι στην ταινία και γιατί τα μαλλιά μου είναι ξανθά. Αυτό έχουν να πουν; Αυτό είδαν από την ταινία;

-*-