3/7/11

Εναλλακτική ιατρική: Τα παράδοξα των εναλλακτικών και συμπληρωματικών θεραπειών

[Εψιλον, 13/2/11]

Το πρώτο παράδοξο που συναντά κανείς όταν ασχοληθεί κριτικά με τις εναλλακτικές και συμπληρωματικές θεραπείες (ΣΕΘ) είναι ότι, παρά τις τεράστιες διαφορές τους, οι θιασώτες τους τις θεωρούν όλες εξίσου αποτελεσματικές. Τι κι αν ο βελονισμός προϋποθέτει ότι μια ενέργεια, το chi, διαπερνά το ανθρώπινο σώμα μέσα από διόδους που ονομάζονται μεσημβρινοί, ενώ η ρεφλεξολογία προϋποθέτει ότι το σώμα χωρίζεται σε δέκα ζώνες που αντιστοιχούν σε μέρη του ποδιού; Τι κι αν η ομοιοπαθητική βασίζεται στην αρχή ότι η ίδια ουσία που προκαλεί μιαν ασθένεια μπορεί και να τη θεραπεύσει, αν αραιωθεί σε δεκάδες εκατομμύρια μέρη νερού ή αλκοόλ, ενώ η βοτανολογία βασίζεται στην αρχή ότι οι ασθένειες προλαμβάνονται και θεραπεύονται με ικανές ποσότητες βοτάνων; Οι υποστηρικτές των ΣΕΘ δεν βλέπουν καμία αντίφαση.


Το παράδοξο αναλαμβάνουν να μου το εξηγήσουν ο Γεράσιμος Κατραμάδος και η Βάλλυ Καλοζούμη, ο εκδότης και η υπεύθυνη ύλης της εφημερίδας «Holistic Life», μιας ανεξάρτητης διμηνιαίας έκδοσης για τις ΣΕΘ: ο άνθρωπος αποτελεί ένα σύστημα ενέργειας που προσπαθεί να ισορροπήσει και οι διαφορετικές ΣΕΘ τον βοηθούν ρυθμίζοντας τη ροή της ενέργειας, η καθεμιά με τον δικό της τρόπο. Είναι σαν να έχεις ένα πλημμυρισμένο σπίτι» εξηγούν. Κάποιος θα προσπαθήσει ν'ανοίξει αυλάκια να φύγουν τα νερά. Αλλος θα κοιτάξει να κλείσει τις βρύσες. Αλλος θα προσπαθήσει να κάνει το νερό να εξατμιστεί, χρησιμοποιώντας μια ζεστή πηγή.

Πολλοί επιστήμονες δεν θα έβρισκαν πειστική αυτήν την εξήγηση. Η επιστημονική γνώση που έχουμε για την ανατομία, την ιστολογία και τη φυσιολογία του ανθρώπινου οργανισμού δεν επιβεβαιώνει τις βασικές αρχές των περισσότερων ΣΕΘ. Δεν επιβεβαιώνει, για παράδειγμα, την αρχή της ομοιοπαθητικής ότι το νερό διατηρεί σ' ένα είδος μνήμης τις ιδιότητες μιας αραιωμένης ουσίας, ακόμα και αν αυτή έχει αραιωθεί τόσο πολύ που το τελικό διάλυμα δεν περιέχει ούτε μόριό της. Ούτε την αρχή της χειροπρακτικής, ότι η επανατοποθέτηση σπονδύλων της σπονδυλικής στήλης μπορεί να κάνει καλό σε παθήσεις που δεν σχετίζονται με την πλάτη και τη μέση. Ούτε επιβεβαιώνει την αρχή της μαγνητοθεραπείας, του ρέικι, του θεραπευτικού αγγίγματος και άλλων, ότι ο οργανισμός αποτελείται από ενεργειακά πεδία που, αν επηρεαστούν κατάλληλα, μπορούν να τον θεραπεύσουν.

Εκτός από τις αρχές των περισσότερων ΣΕΘ, οι εγκυρότερες επιστημονικές έρευνες δεν επιβεβαιώνουν ούτε την αποτελεσματικότητά τους. Κι έτσι οδηγούμαστε στο δεύτερο παράδοξο: σχεδόν όλοι όσοι έχουν υποβληθεί σε ΣΕΘ ορκίζονται ότι έχουν αποτέλεσμα.

Πολλοί γνωστοί, συνάδελφοι και φίλοι έχουν να πουν προσωπικές εμπειρίες με κάποια ΣΕΘ που τους έσωσε, πιστεύουν, από το πρόβλημά τους. Η Μ.Σ. και η Κ.Χ. (τα πλήρη στοιχεία δεν δημοσιεύονται για να τηρηθεί το ιατρικό απόρρητο) θεράπευσαν, λένε, τη δυσμηνόρροιά τους αφού πήραν αιθέριο έλαιο νυχτολούλουδου σε συνδυασμό με μια βιταμίνη. Η Α.Γ., που ταλαιπωρούνταν χρόνια από λοιμώξεις του αναπνευστικού, είδε την ένταση και τη διάρκεια των συμπτωμάτων της να μειώνονται με την ομοιοπαθητική. Το ίδιο και η Ν. Τ., η οποία επισκέπτεται πια τακτικά τον ομοιοπαθητικό για να αντιμετωπίσει πιθανές επιπτώσεις στην υγεία από το εργασιακό άγχος. Ο Γ.Κ., που πάσχιζε δέκα χρόνια να θεραπεύσει τη χημική πνευμονία που τον είχε καταβάλει και που θεωρούνταν από τους συμβατικούς γιατρούς ανίατη, τα κατάφερε ύστερα από τρεις μήνες ομοιοπαθητικής. Και η Α.Κ., όταν νιώθει πόνο, κάνει συχνά βελονισμό και ρέικι για να βελτιώσει την ψυχική και σωματική της υγεία. Δεν είναι οι μόνοι - η βιβλιογραφία είναι γεμάτη από περιπτώσεις ανθρώπων που πιστεύουν ακράδαντα στην αποτε- λεσματικότητα των ΣΕΘ.

Αλλωστε, κι εγώ κατέφυγα την περασμένη άνοιξη στο βελονισμό για να με βοηθήσει να κόψω το τσιγάρο, μειώνοντας τα έντονα συμπτώματα στέρησης των πρώτων εβδομάδων. Σωστό; Λάθος; Το μόνο που μπορώ να πω με βεβαιότητα σήμερα, έχοντας διαβάσει τον επιστημονικό αντίλογο στις ΣΕΘ, είναι πως δεν υπάρχουν επαρκείς επιστημονικές αποδείξεις ότι ο βελονισμός έχει αποτέλεσμα για οποιαδήποτε πάθηση, εκτός ίσως από ορισμένες περιπτώσεις ναυτίας και πόνου - πέρα από το αποτέλεσμα που οφείλεται στη δύναμη της αυθυποβολής.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν έρευνες που λένε ότι ο βελονισμός και οι άλλες ΣΕΘ είναι αποτελεσματικές. Τα περιοδικά του χώρου είναι γεμάτα από τέτοιες έρευνες. Ο ίδιος ο ΠΟΥ, σε μια μεταέρευνα που δημοσίευσε το 2003, στην οποία εξέτασε 293 επί μέρους έρευνες για το βελονισμό, κατέληξε ότι ο τελευταίος έχει αποδειχτεί αποτελεσματικός για τη θεραπεία 91 ιατρικών προβλημάτων και μετρίως αποτελεσματικός για άλλα 16 ιατρικά προβλήματα, ενώ δεν απέκλειε τη χρήση βελονισμού για οποιοδήποτε πρόβλημα.

Γιατί τότε αμφισβητείται η αποτελεσματικότητα του βελονισμού; Φταίνε, όπως ισχυρίζονται οι υπέρμαχοι των ΣΕΘ, τα συμφέροντα των συμβατικών γιατρών και των φαρμα- κοβιομηχανιών, που είτε κατευθύνουν τις έρευνες είτε δεν τις αφήνουν να δουν το φως της δημοσιότητας;

Πριν αναζητήσουμε στα οικονομικά συμφέροντα της συμβατικής ιατρικής την απάντηση γιατί η επιστημονική έρευνα δεν επιβεβαιώνει τις περισσότερες ΣΕΘ, καλό είναι να αναρωτηθούμε αν οι έρευνες που επικαλούνται οι υπέρμαχοι των ΣΕΘ πληρούν τα επιστημονικά ερευνητικά κριτήρια ποιότητας. Διότι αν τα οικονομικά συμφέροντα κατευθύνουν σε μεγάλο βαθμό την επιστημονική έρευνα, όπως έχουν δείξει με στοιχεία οι ίδιοι οι επιστήμονες, η καλύτερη προστασία απέναντι στα συμφέροντα αυτά είναι να διασφαλιστεί η αμεροληψία της έρευνας.

Οι περισσότεροι επιστήμονες έχουν καταλήξει ότι η καταλληλότερη μέθοδος ελέγχου της αποτελεσματικότητας μιας θεραπείας είναι αυτό που ονομάζουν «τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη δοκιμή. (Ορισμένοι υπέρμαχοι των ΣΕΘ αμφισβητούν την καταλληλότητά της για την εξέταση της αποτελεσματικότητας των ΣΕΘ με διάφορα επιχειρήματα, αλλά άλλοι αντιτάσσουν ότι τα επιχειρήματα αυτά δεν στέκουν επιστημονικά· η λεπτομερής αντιπαράθεση, όμως, όλων των επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων ξεπερνά το χώρο αυτού του άρθρου.)

Η ιδέα είναι απλή. Παίρνουμε ένα τυχαία επιλεγμένο δείγμα ανθρώπων που θέλουμε να θεραπεύσουμε και τους χωρίζουμε, με τυχαίο τρόπο, σε δύο ομάδες. Στην πρώτη ομάδα δίνουμε κανονικά τη θεραπεία, που μπορεί μάλιστα να είναι εξατομικευμένη σε κάθε ασθενή. Στη δεύτερη ομάδα προσποιούμαστε ότι δίνουμε την ίδια θεραπεία, μόνο που στην πραγματικότητα δεν δίνουμε καμία.

Για να είναι αμερόληπτη η μέτρηση, πρέπει ο χωρισμός του δείγματος σε ομάδες να είναι απολύτως τυχαίος και, επίσης, τόσο οι ασθενείς όσο και οι θεραπευτές να μη γνωρίζουν σε ποια ομάδα ανήκουν οι ασθενείς. Διαφορετικά ανοίγει παράθυρο προς τη μεροληψία και η έρευνα δεν μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη.

Οπως έδειξαν ορισμένοι επιστήμονες, η μεταέρευνα για το βελονισμό που έκανε ο ΠΟΥ το 2003 περιέλαβε πολλές κακοσχεδιασμένες, μεροληπτικές έρευνες, με αποτέλεσμα να μην καλύπτει τα αυστηρότερα κριτήρια επιστημονικότητας. Μετέπειτα έρευνες για το βελονισμό, που έχουν γίνει με αυστηρότερη μεθοδολογία, όπως θεωρούνται οι μεταέρευνες που διεξάγει το διεθνές ερευνητικό κέντρο Cochrane Collaboration, ένα από τα εγκυρότερα κέντρα ιατρικής έρευνας στον κόσμο, δείχνουν πολύ λιγότερο ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με αυτές, ο βελονισμός δεν έχει αποτελέσματα μεγαλύτερα από αυτά που οφείλονται στη δύναμη της αυθυποβολής, εκτός ίσως από την αντιμετώπιση ορισμένων περιπτώσεων ναυτίας και πόνου.

Εξίσου αποθαρρυντικά είναι τα αποτελέσματα των ερευνών για την ομοιοπαθητική. Το 1997 το μεγαλύτερο επιστημονικό περιοδικό της Βρετανίας, το «Lancet», δημοσίευσε μια μεταέρευνα που εξέταζε 89 έρευνες για την ομοιοπαθητική και κατέληγε ότι η ομοιοπαθητική είναι αποτελεσματική. Ομως, ορισμένοι ερευνητές έδειξαν ότι αυτή η μεταέρευνα για την ομοιοπαθητική βασιζόταν σε μεγάλο ποσοστό σε κακοσχεδιασμένες και μεροληπτικές έρευνες.

Οταν αργότερα μια ομάδα του Πανεπιστημίου της Βέρνης πραγματοποίησε εκ νέου μια μεταέρευνα για την ομοιοπαθητική, συμπεριλαμβάνοντας μόνο 8 έρευνες (αυτές που πληρούσαν τα αυστηρότερα κριτήρια επιστημονικότητας), το συμπέρασμα που δημοσιεύτηκε στο «Lancet» το 2005 ήταν διαφορετικό: «Τα κλινικά αποτελέσματα της ομοιοπαθητικής είναι αποτελέσματα αυθυποβολής.

Μάλιστα, όταν οι έρευνες ακολουθούν τα αυστηρότερα μεθοδολογικά πρωτόκολλα, για πολύ λίγες ΣΕΘ αποδεικνύεται ότι προσφέρουν καλύτερα αποτελέσματα από τα αποτελέσματα της αυθυποβολής (μεταξύ αυτών η χειροπρακτική και η οστεοπαθητική για προβλήμα- τα στην πλάτη και στη μέση και ορισμένα βότανα για συγκεκριμένες παθήσεις, αλλά οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι αυτές οι θεραπείες ενδέχεται να έχουν σοβαρούς κινδύνους).

Τι είναι, όμως, η αυθυποβολή (αυτό που στην αγγλική ιατρική ορολογία ονομάζεται placebo effect); Πρόκειται για ένα πολύπλοκο φαινόμενο που χρησιμοποιείται ακόμα και στη συμβατική ιατρική. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι το χρώμα ενός παυσίπονου, ακόμα και η συσκευασία του, μπορεί να επηρεάσει τη δράση του, παρόλο που το ενεργό συστατικό του φαρμάκου δεν αλλάζει. Ετσι, όταν σχεδιάζονται οι έρευνες μιας θεραπείας, το φαινόμενο της αυθυποβολής λαμβάνεται υπόψη στο σχεδιασμό. Γνωρίζουν, δηλαδή, οι ερευνητές ότι σε κάθε τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή, θεραπευτικά αποτελέσματα θα εμφανιστούν και στην ομάδα που δέχτηκε πραγματική θεραπεία και σ' αυτήν που δέχτηκε πλασματική θεραπεία. Το ερώτημα είναι αν τα μέλη της πρώτης ομάδας είναι σημαντικά περισσότερα από τα μέλη της δεύτερης.

Εκτός από την αυθυποβολή, που εγείρει πολύ σοβαρά ζητήματα ιατρικής δεοντολογίας, ηθικής και αποτελεσματικότητας της ιατρικής πράξης, υπάρχουν και άλλοι λόγοι που τόσοι πολλοί ασθενείς ορκίζονται στην αποτελεσμα- τικότητα των ΣΕΘ. Μπορεί, για παράδειγμα, ο ασθενής να έχει τόσο αυξημένες προσδοκίες από τη θεραπεία, ώστε να μεγαλοποιεί τις ενδείξεις που δείχνουν ότι η κατάστασή του βελτιώνεται και να υποτιμά τις ενδείξεις που δείχνουν ότι η κατάστασή του μένει στάσιμη ή χειροτερεύει. Μπορεί, επίσης, η βελτίωση της υγείας του να οφείλεται όχι στη θεραπεία, όπως πιστεύει ο ασθενής, αλλά στη φυσική τάξη των πραγμάτων: το κρυολόγημα κάποια στιγμή θα περάσει, το ίδιο και ο πόνος στην πλάτη, η κακή διάθεση και τα συμπτώματα στέρησης από τη διακοπή του καπνίσματος. Μπορεί, τέλος, ο ασθενής να επωφελείται από μιαν άλλη αγωγή που ακολουθεί, συμπεριλαμβανομένης της δίαιτας ή της άσκησης που υποδεικνύουν συχνά οι γιατροί των ΣΕΘ, αλλά να αποδίδει τη βελτίωση της υγείας του στις υποτιθέμενες θεραπευτικές ιδιότητες των ΣΕΘ.

Αλλωστε, στον κρίσιμο τομέα των εντυπώσεων, οι ΣΕΘ υπερτερούν από τη συμβατική ιατρική. Μια αντιπροσωπευτική πρώτη συνεδρία ΣΕΘ διαρκεί περίπου μία ώρα, στην οποία ο ασθενής θα δώσει πλήρες ιατρικό ιστορικό και θα μιλήσει για οτιδήποτε τον απασχολεί. Ερευνες έχουν δείξει ότι οι περισσότεροι ασθενείς θεωρούν καλό και αποτελεσματικό γιατρό όχι απαραίτητα αυτόν που τους θεραπεύει, αλλά αυτόν που τους μεταδίδει ζεστασιά, ενδιαφέρον και οικειότητα.

Αυτήν τη διάσταση υπογραμμίζει ο διδάκτορας Καρδιολογίας Ανδρέας Παπαμιχαήλ, αντιδιαστέλλοντας τις ΣΕΘ με τις συνθήκες που επικρατούν στην συμβατική ιατρική. Υπάρχει», λέει, «τέτοια κακή παροχή υπηρεσιών από τα ταμεία και τον τρόπο που λειτουργεί το ΕΣΥ, που κάποιος, χωρίς αίσθηση κινδύνου, καταφεύγει σ' έναν από αυτούς τους γιατρούς και σου λέει, "καλύτερα εδώ, παρά να περιμένω στην ουρά". Είναι πολύ πιο απλή και πιο εύκολη η επίσκεψη σ' αυτούς τους γιατρούς. Το θέμα είναι να μην έχει κανείς αρρώστια που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του ο οργανισμός, γιατί εκεί θα υπάρξει πρόβλημα.

Γράφει σχετικά στην εφημερίδα «Guardian» ο Μπεν Γκολντέικερ, γιατρός και συντάκτης της στήλης «Κακή επιστήμη»: «Είναι συνηθισμένη πρακτική μάρκετινγκ των ομοιοπαθητικών να μειώνουν τη συμβατική ιατρική. Υπάρχει ένας απλός εμπορικός λόγος γι' αυτό: τα αποτελέσματα των ερευνών δείχνουν ότι μια απογοητευτική εμπειρία από τη συμβατική ιατρική είναι σχεδόν ο μόνος παράγοντας που συνδέεται με την επιλογή εναλλακτικών θεραπειών. Αυτό είναι μια εξήγηση, όχι όμως και δικαιολογία.

Η συμβατική ιατρική δεν έχει τις λύσεις διά πάσαν νόσον. Ο πόνος στη μέση, το απλό κρυολόγημα, πολύ περισσότερο άλλες σοβαρές, ανίατες ασθένειες, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Χειρότερα, μεγάλο μέρος της έρευνας της συμβατικής ιατρικής κατευθύνεται πράγματι από τα συμφέροντα των φαρμακοβιομηχανιών και του ιατρικού κόσμου, όπως έχει δείξει, μεταξύ άλλων, ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Στάνφορντ, Ιωάννης Π.Α. Ιωαννίδης, ένας από τους εγκυ- ρότερους ερευνητές που ασχολούνται με τη μεταέρευνα στην Ιατρική παγκοσμίως. Ομως, η αποτυχία και οι κακές πρακτικές της συμβατικής ιατρικής δεν δικαιολογούν την καταφυγή σε πρακτικές που έχουν αποδειχτεί αναποτελεσματικές. Οπως είπε σε συνέντευξή του στο ΕΨΙΛΟΝ (τεύχος 1024) ο κ. Ιωαννίδης, αν πολλές θεραπείες της συμβατικής ιατρικής έχουν μικρά ποσοστά επικύρωσης, «οι εναλλακτικές θεραπείες έχουν ποσοστά επικύρωσης όχι μικρά, αλλά μηδενικά, διότι εκεί δεν βρισκόμαστε στην περιοχή της επιστήμης, αλλά της πίστης, αν όχι της αφέλειας.

____________

Διαβάστε

 Simon Singh & Edzrd Ernst, «Trick or Treatment?: Alternative medicine on trial», Corgi Books, 2009

Ενδελεχής, εκλαϊκευμένη και ευκολοδιάβαστη επιστημονική επισκόπηση των ΣΕΘ από τον καθηγητή Συμπληρωματικής Ιατρικής Edzard Ernst και τον συγγραφέα Simon Singh.

 Ben Goldacre, «Κακή επιστήμη», μτφρ. Γιάννης Φαλδαμής, εκδ. Κλειδάριθμος, 2010
Ο γιατρός και συγγραφέας Μπεν Γκολντέικρ αναπτύσσει θέματα που έχει πραγματευτεί στην πολύ γνωστή στη Μ. Βρετανία στήλη του «Κακή επιστήμη» στην εφημερίδα «Guardian. Ανάμεσα στα θέματα που πραγματεύεται είναι και οι ΣΕΘ.

____________

Πληκτρολογήστε

 http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//ΕΡ//NONSGML+REPORT+Α4-1997-0075+0+DOC+PDF+V0//EL

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Προστασίας των Καταναλωτών, εισηγητής: Paul Lannoye, Εκθεση σχετικά με το καθεστώς της μη συμβατικής ιατρικής, 6 Μαρτίου 1997 (Α4-0075/97)

 http://www.homeopathyworkedforme.org/#/halloween-science/4533482584

Halloween Science. Κριτική επισκόπηση του βιβλίου «Trick or Treatment» των Singh & Ernst, που επισημαίνει 19 ανακολουθίες και λάθη.

-*-